Πριν από μία εβδομάδα περίπου, η δημοτική τηλεόραση και το δημοτικό ραδιόφωνο της Θεσσαλονίκης υπολειτουργούσαν εξαιτίας κινητοποιήσεων του τεχνικού και διοικητικού προσωπικού και μετέδιδαν ειδήσεις και εκπομπές με καθυστέρηση. Ωστόσο κανείς από τους τηλεθεατές και ακροατές δεν φαίνεται να έχει αντιληφθεί την έλλειψη των προγραμμάτων αυτών. Αυτό συνέβη επειδή οι εκπομπές της δημοτικής τηλεόρασης και του ραδιοφώνου έχουν πολύ χαμηλή τηλεθέαση και ακροαματικότητα, και ελάχιστοι τις παρακολουθούν. Η αιτία αυτού του αποτελέσματος δεν είναι οι κινητοποιήσεις του προσωπικού αλλά κυρίως το πρόγραμμα, το οποίο δεν καταφέρνει να πείσει τους πολίτες της Θεσσαλονίκης να το παρακολουθήσουν. Οι λόγοι της αποστροφής του κοινού ίσως να είναι πιο σαφείς και να οφείλονται, στην χαμηλή ποιότητα των εκπομπών ως συνέπεια μιας σειράς παραγόντων. Η έλλειψη επαγγελματισμού, η έλλειψη προετοιμασίας και έρευνας, η αδιαφορία για το κοινό ή η έλλειψη πόρων πρέπει να εξετασθούν ως αιτίες. Επιπλέον, η αδυναμία διαχείρισης του ρόλου από ορισμένα πρόσωπα μπορεί να οφείλεται σε έλλειψη επαγγελματικής εκπαίδευσης . Συνεπώς η οριστική απομάκρυνση των Θεσσαλονικέων από τα μέσα ενημέρωσης, που ήδη πληρώνουν, είναι μια ανησυχητική εξέλιξη για την δημοκρατία και την κοινωνία.
Η ενημέρωση είναι ένας σημαντικός παράγοντας για την δημιουργία μιας ενεργούσας κοινωνίας. Εάν οι πολίτες δεν είναι ενημερωμένοι, δεν μπορούν να λάβουν συνειδητές αποφάσεις και να συμμετέχουν στη δημοκρατική διαδικασία. Επομένως είναι σημαντικό να δοθεί προσοχή στην ποιότητα των δημοτικών μέσων ενημέρωσης και στην προσπάθεια βελτίωσής τους. Η απώλεια της εμπιστοσύνης των τηλεθεατών και ακροατών είναι κάτι που μπορεί να έχει σημαντικές συνέπειες για τη λειτουργία τους και την οικονομική τους βιωσιμότητα. Επιπλέον η ανεπάρκεια των προσώπων που επιλέγονται για την παρουσίαση προγραμμάτων μπορεί να οδηγήσει σε μια περαιτέρω μείωση της ποιότητας του περιεχομένου που παράγεται, πράγμα που μπορεί να επιδεινώσει ακόμα περισσότερο την κατάσταση.
Για να αντιμετωπιστεί λοιπόν το συγκεκριμένο πρόβλημα, ίσως θα πρέπει να γίνουν μελέτες για τον λόγο που οι εκπομπές δεν κερδίζουν το ενδιαφέρον των τηλεθεατών και ακροατών. ‘Ισως θα έπρεπε να εξεταστούν οι λόγοι για τους οποίους οι πρωταγωνιστές δεν μπορούν να διαχειριστούν με επάρκεια το ρόλο τους και εάν δεν βελτιωθεί η εκπαίδευση και η κατάρτισή τους ίσως θα έπρεπε να τοποθετηθούν σε άλλες δημιουργικές θέσεις γιατί η τηλεθέαση και η ακροαματικότητα αποτελούν σημαντικούς δείκτες για την αξιολόγηση της δημοτικότητας μιας εκπομπής.
Ήδη στην Θεσσαλονίκη όλοι γνωρίζουν πως τα δημοτικά μέσα, επί εποχής Παπαγεωργόπουλου, είχαν τηλεθέαση που άγγιζε το 8 έως 10% και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και το 18%, ενώ το ραδιόφωνο βρίσκονταν στο μέσο όρο ακροαματικότητας του 8%. Υπήρχαν εκπομπές που ξεπερνούσαν και το 27% κυρίως οι πρωινές, σε αντίθεση με τις σημερινές εκπομπές που πιθανότατα να μην αγγίζουν ούτε την μονάδα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση φαίνεται πως εκείνοι οι παρουσιαστές και οι εκπομπές τους είχαν μεγάλη δημοτικότητα και επιτυχία, ωστόσο η επιτυχία αυτή δεν ήταν εγγυημένη και στο μέλλον. Με την πάροδο των χρόνων οι παράγοντες που επηρέασαν τη δημοτικότητα των εκπομπών είναι πολλοί και ποικίλοι, για παράδειγμα, είτε κάποια φιλική προτίμηση στον παρουσιαστή ή κάποια στοχευόμενη υπερτίμηση ενός προσώπου της αρεσκείας κάποιου δημάρχου.
Η ανησυχία λοιπόν για τη διαφάνεια της διοίκησης μιας δημόσιας επιχείρησης και ειδικότερα μιας εταιρίας ενημέρωσης είναι εύλογη. Η ΔΕΠΘΕ, ως δημόσια επιχείρηση, πρέπει να λογοδοτεί στο κοινό και να διασφαλίζει τη διαφάνεια και την ενημέρωση του κοινού. Ωστόσο, η απόφαση της ΔΕΠΘΕ να μην αποκαλύπτει τα στοιχεία της τηλεθέασης και ακροαματικότητας ακόμη και στα μέλη του Δ.Σ μπορεί να έχει διάφορους λόγους, όπως π.χ. την προστασία των απορρήτων των δημοσιογράφων ή την προστασία από τον ανταγωνισμό. Όμως η εταιρία πρέπει να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους δεν δημοσιοποιεί αυτά τα στοιχεία.
Επιπλέον, η διαφήμιση και η τηλεθέαση είναι σημαντικά στοιχεία για τη λειτουργία των μέσων ενημέρωσης, αλλά δεν πρέπει να είναι το μόνο κριτήριο για την αξιολόγηση του περιεχομένου τους. Κριτήριο πρέπει να αποτελεί και η προσωπικότητα αλλά κυρίως η επάρκεια των προσώπων που εμφανίζονται στην οθόνη και στο ραδιόφωνο γιατί μόνο αυτά λόγω της προβολής τους, πείθουν ή όχι το κοινό, το οποίο αντιλαμβάνεται πλήρως την κατάσταση στην οποία βρίσκονται.
Ο Στέλιος Αγγελούδης ως υποψήφιος δήμαρχος Θεσσαλονίκης έχει στόχο να αναβαθμίσει τα δημοτικά μέσα της πόλης με μια σειρά μέτρων, που περιλαμβάνουν την αγορά νέων μηχανημάτων, τον εκσυγχρονισμό της εικόνας, την αγορά νέων αυτοκινήτων και την αναβάθμιση του προσοντολογίου των εργαζομένων συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης του προσωπικού. Επιπλέον οι συνεργάτες του επεξεργάζονται ήδη αυτά τα μέτρα. Επίσης τόσο ο Αγγελούδης όσο και τα στελέχη του διαφέρουν από τον Ζέρβα, ο οποίος στο παρελθόν είχε ψηφίσει υπέρ του λουκέτου της ΔΕΠΘΕ. Τότε το κανάλι σώθηκε από την παρέμβαση ανθρώπων που σήμερα βρίσκονται στο πλευρό του Στέλιου Αγγελούδη. Έτσι οι προτάσεις του για την αναβάθμιση των δημοτικών μέσων της Θεσσαλονίκης έχουν περάσει θα λέγαμε ήδη από τον έλεγχο και την αξιολόγηση.
Γ.Ε.Φ