Για την κατάσταση στην Τουρκία αλλά και για το πώς θα διαμορφωθεί το σκηνικό στη μετά- Ερντογάν εποχή μιλά στο ert.gr ο Ραγκίπ Ντουράν, ο αυτοεξόριστος Τούρκος δημοσιογράφος, επί χρόνια ανταποκριτής γαλλικών Μέσων στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Ραγκίπ Ντουράν έφυγε από την Τουρκία λίγους μήνες πριν από το αποτυχημένο πραξικόπημα κατά του Ερντογάν τον Ιούλιο του 2016. Μαζί με δεκάδες άλλους συναδέλφους του υποστήριξαν τότε την ελεύθερη έκδοση της κουρδικής εφημερίδας Ozgur Gundem, με αποτέλεσμα να τους απαγγελθεί η κατηγορία «συνεργάτες τρομοκρατών». Σήμερα, συντονίζει έναν τουρκικό τηλεοπτικό σταθμό που εκπέμπει διαδικτυακά σε όλο τον κόσμο, με έδρα την Κολωνία.
Όπως τονίζει ο Ντουράν: «Βρίσκομαι στον χώρο από το 1977. Σήμερα οι συνάδελφοί μου στην Τουρκία χωρίζονται σε τρεις ομάδες. Η πρώτη ομάδα είναι άνθρωποι ακριβώς όπως εμείς που ζούσαμε στην Τουρκία, αλλά δεν μπορούσανε να ασκήσουν το επάγγελμα τους. Έτσι αποφάσισαν να φύγουν και πολλοί από αυτούς ζουν πλέον σε κάποια μικρή πόλη στις ακτές του Αιγαίου. Η δεύτερη ομάδα είναι αυτοί οι οποίοι είναι αναγκασμένοι να εργαστούν στην Τουρκία. Εννοώ άτομα νεώτερης ηλικίας, που πλέον εργάζονται είτε σε κάποιους δήμους, κυρίως με αντιπολιτευόμενους δημάρχους, είτε σε πρακτορεία Δημοσίων Σχέσεων ή διαφημιστικές εταιρείες. Η τρίτη ομάδα είναι και η μεγαλύτερη. Είναι οι δημοσιογράφοι που βρίσκονται στη φυλακή, δυστυχώς εξ’ αιτίας της δουλειάς τους. Σήμερα όχι μόνο οι δημοσιογράφοι αλλά οποιοσδήποτε αντιτίθεται στο καθεστώς του Ερντογάν, διακινδυνεύει να βρεθεί στη φυλακή» και προσθέτει:
«Υπάρχουν δύο βασικές κατηγορίες για κάθε είδους μορφή αντιπολίτευσης. Η πρώτη είναι η προσβολή προς τον Πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας, οπότε κάθε είδους κριτική εκλαμβάνεται από τους εισαγγελείς ή από την αστυνομία ως προσβολή, που φυσικά κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Η δεύτερη κατηγορία είναι η ένταξη σε τρομοκρατική ή αυτονομιστική οργάνωση, η οποία είναι φυσικά μια πολύ αόριστη κατηγορία. Εννοώ ότι υπάρχουν άνθρωποι, για παράδειγμα ηλικιωμένες γυναίκες 80 ετών, κυρίως κουρδικής καταγωγής, που κατηγορούνται ως τρομοκράτες, ενώ δεν έχουν δει ποτέ στη ζωή τους όπλο. Δυστυχώς σήμερα στην Τουρκία πολύ εύκολα κάποιος μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος με μια τέτοιου είδους κατηγορία» σημειώνει μεταξύ άλλων ο δημοσιογράφος.
Θεωρεί πως έχει ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση για τον Ερντογάν αν και σήμερα στην Τουρκία δεν υπάρχει συνεπής αντιπολίτευση στο ΑΚΡ, με εξαίρεση το αριστερό κουρδικό κόμμα HDP, οι ηγέτες του οποίου παραμένουν φυλακισμένοι. Εκτός αυτού, οι εναλλακτικές έναντι του Ερντογάν επιλογές για την Προεδρία παραμένουν σε μεγάλο βαθμό από μειοψηφικές έως και αναιμικές: «Ο Ερντογάν βρίσκεται στην εξουσία εδώ και 18 χρόνια και μπορώ να πω ότι αυτή είναι και η αρχή του τέλους αυτού του καθεστώτος για πολλούς λόγους. Μπορούμε να δούμε ότι στις δημοσκοπήσεις καθημερινά, κάθε βδομάδα, κάθε μήνα, χάνει έδαφος με τον ακροδεξιό του συνεργάτη και τώρα βρίσκεται ανάμεσα στο 35% με 40% το οποίο είναι πολύ σημαντικό. Εννοώ ότι 35% με 40% είναι πολύ υψηλό ποσοστό αλλά για να εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας χρειάζεται το 51%. Οπότε αν γινόταν εκλογές σήμερα θα έχανε. Λέω αν επειδή δεν είμαστε σίγουροι αν θα γίνει, αν θα υπάρξουν εκλογές και αν αυτές οι εκλογές θα είναι δίκαιες και θα υπάρχουν ίσες ευκαιρίες για όλους».
Σχετικά με την επόμενη μέρα στην Τουρκία, χωρίς τον Ερντογάν, υπογραμμίζει ότι «σίγουρα στην αρχή θα είναι πολύ χαοτικό, θα είναι πολύ δύσκολο να αποκατασταθεί το κράτος δικαίου ώστε να ξεκινήσουμε τα πάντα από το μηδέν. Αυτό είναι το κυρίως πρόβλημα. Βασικά δεν βρισκόμαστε σε μηδενική βάση. Βρισκόμαστε στο μείον 20 στον τομέα της οικονομίας, πολιτικής, εκπαίδευσης, υγείας, οπότε πρέπει να ξεκινήσουμε από το μείον 20 για να φτάσουμε στο μηδέν μέσα σε, ας πούμε, τρία ή τέσσερα χρόνια. Είναι αναπόφευκτο. Σίγουρα πάντως το καθεστώς Ερντογάν δεν μπορεί να παραμείνει περισσότερο στην εξουσία. Είναι όμως ταυτοχρόνως πραγματικά πολύ δύσκολο να προβλέψουμε πώς θα εγκαθιδρυθεί το νέο καθεστώς».
Πηγή: ert.gr