“Προσπαθώ εδώ και δέκα χρόνια περίπου να αποκτήσω Ελληνικό διαβατήριο και αν θες, πίστεψε το, προφανώς κανείς δεν ενδιαφέρεται για αυτό μου το όνειρο. Έφερα τα πάνω-κάτω, κίνησα Γη και Ουρανό, έψαξα σε κάθε γωνιά, μηδέν εις το πηλίκων… Δε συμφωνεί το κράτος. Εντάξει λοιπόν. Τι να πω. Είμαι ο διάσημος Έλληνας του Hollywood, μα από ότι φαίνεται, διάσημος μόνο στο Hollywood!…”
Σκασμένος στα γέλια για αυτή την τραγελαφική ιστορία της Ελλάδας του 21ου αιώνα έκλεισε την όμορφη κουβέντα μας ο χαρισματικός, δαφνηφόρος, πολυβραβευμένος και παγκοσμίως εστεμμένος μουσικοσυνθέτης, συνειδητά. Ένιωσα πως ήθελε να εκφράσει την εύλογη πικρία του στον αέρα ως Έλλην από μητέρα… Και βρήκε τον καταλληλότερο άνθρωπο, αφού υπολογίζω να αποδημήσω κατακεραυνώνοντας την αναξιοκρατία που δέρνει τον τόπο μας, όπου τη συναντήσω!
Ιδού ο πρόλογος λοιπόν, ιδού και τα λεγόμενά μας για κάθε λάτρη της επικολυρικής ευαισθησίας που εδώ και εκατό ταινίες χαρίζει τούτος ο Ταπεινός Γίγας της μεγάλης οθόνης.
Συνέντευξη από το Χρήστο Κισατζεκιάν
Πιστεύω αποτελεί γεγονός το ότι η μουσική επένδυση κινηματογραφικών ταινιών έγινε από τον 20ο αιώνα και δώθε η καταλληλότερη επιλογή δημιουργικής έκφρασης για κάθε σύγχρονο συνθέτη συμφωνικής μουσικής, μειώνοντας όμως δραματικά τον αριθμό εκείνων που θα συγγράψουν πλέον δισκογραφικά ένα σύγχρονο έργο κλασσικής μουσικής.
Άλλωστε απτό παράδειγμα αποτελείς και συ ο ίδιος, αφού έχεις προσφέρει πάνω από εκατό πανέμορφες μουσικές επενδύσεις κινηματογραφικών ταινιών και εγώ προσωπικά γνωρίζω μονάχα ένα κλασικό σου έργο: το “Concerto for Flute & Orchestra” του 2013. Πόσο καλή και πόσο κακή είναι λοιπόν για σένα αυτή η νέα πραγματικότητα;
“Ναι, καταλαβαίνω… Όμως να ξέρεις, έχω συγγράψει και μια Όπερα η οποία μάλιστα έχαιρε λαμπρής αποδοχής όταν παρουσιάστηκε ακριβώς πριν την επάρατη πανδημία στη Γαλλία και στην Ιαπωνία επ’ ονόματι “En Silence”. Απλά δεν ηχογραφήθηκε καμιά από τις δυο συναυλίες, μα ήδη δουλεύουμε πάνω σε αυτό ώστε να καταγραφεί σύντομα, άρα με το καλό κάποια στιγμή θα την ακούσεις και τούτη.
Τώρα, το να δουλεύεις με μια συμφωνική ορχήστρα είναι μια πολύ δύσκολη διαδικασία η οποία απαιτεί πάρα πολύ χρόνο μα και τεχνικές γνώσεις. Όμως όπως πολύ σωστά ανέφερες, αποτελεί πλέον παράδοση για το σινεμά, από τα γεννοφάσκια του, να επενδύει της ταινίες του με μουσική που έχει γραφτεί ώστε να αποδοθεί και να ηχογραφηθεί από μεγάλες ορχήστρες κλασικών οργάνων. Έτσι ήταν ένα πράγμα που έπρεπε να μάθω κι εγώ να χειρίζομαι μόλις μπήκα σε αυτό το χώρο.
Όμως το πιο όμορφο πράγμα με το σινεμά είναι πως σου δίνει τη δυνατότητα να συνθέσεις από μουσική για συμφωνική ορχήστρα, μα την ίδια στιγμή μπορείς να αρκεστείς μονάχα σε ένα κουαρτέτο εγχόρδων, ένα φλάουτο ή ένα σκέτο πιάνο… Και αυτό είναι απλά καταπληκτικό ως προοπτική για την εκφραστική κάθε σύγχρονο μουσικοσυνθέτη!
Ευτυχώς υπάρχουν ακόμη και αρκετοί έως πολλοί από αυτούς που συνθέτουν μουσική ή όπερα που θα παιχτεί ζωντανά από συμφωνικές ορχήστρες. Αλλά ναι, προσωπικά είμαι πανευτυχής που μπορώ να το κάνω αυτό ως επί τω πλείστων για το σινεμά”
Και πολύ σοφά πράττεις εκ του αποτελέσματος! Δε μπορώ να μας φανταστώ δίχως τα θαυμαστά σου έργα. Αναφέρθηκες όμως και στο φλάουτο ανάμεσα στα άλλα. Επέτρεψε μου τώρα λοιπόν να σε ρωτήσω το εξής. Ποιο υπήρξε το κομβικό σημείο λοιπόν που σε θέλει σήμερα συνθέτη πρωτότυπης κινηματογραφικής μουσικής και όχι καταξιωμένο φλαουτίστα της σύγχρονης τζαζ από τη στιγμή που αυτό ήταν το πρώτο σου ακαδημαϊκό πτυχίο;
“Νομίζω πως φταίει το εξής… Όταν σε κάποια φάση ήμουν δεκαπέντε ή δεκαέξι χρονών, ονειρευόμουν να μπορώ να παίζω ΚΑΘΕ μουσικό όργανο! Διότι όταν συνθέτεις, αυτό χρειάζεσαι ουσιαστικά. Να γνωρίζεις βαθιά τις δυνατότητες κάθε οργάνου ώστε, όταν προσλάβεις έναν από τους καλύτερους χειριστές του στην ορχήστρα σου, να ξέρεις τη γλώσσα του, τι ζητάς και πως θα σου το προσφέρει καλύτερα όταν μπει για ηχογράφηση.
Για παράδειγμα, κάθε που φτάνει η ώρα της λίστας των απαραίτητων οργάνων σκέφτομαι “α, μάλιστα, εδώ ταιριάζει ένα όμποε, εδώ ένα τρομπόνι, α, και εδώ θα πήγαινε πολύ μια κλασική κιθάρα όμως, και στο σημείο εκείνο ένα πιάνο… Έτσι λοιπόν στο τέλος της ημέρας έχεις μπροστά σου μια τεράστια πολύχρωμη παλέτα επιλογών ως εργαλείο σου. Και αυτό ακριβώς σημαίνει συνθέτω. Ξεκινάς με την Ιδέα. Και οραματίζεσαι ένα πνευματικό έργο που μέσω αυτών των οργάνων γίνεται ένα Ηχητικό Αντικείμενο…”
Πράγματι. Άρα πολυοργανίστας ήθελες να γίνεις αρχικά. Και για αυτό άφησες πίσω σου τη Jazz για χάρη στης Κλασικής Μουσικής
“…Δε θα το έλεγα πως την άφησα πίσω, αφού συνυπάρχει έντονα και πάντα στις συνθέσεις μου!”
…Ως ένθερμος ακόλουθος σου το ξέρω πολύ καλά, το αναγνωρίζω σχεδόν παντού…
“Ακριβώς, παντού. Για παράδειγμα όταν κάνω αυτό (σημ: στο σημείο αυτό μένω άναυδος αφού μου παίζει στο πιάνο ένα μουσικό χωρίο με ακόρντα και μελωδία σε jazz κλίμακες), αν προσέξεις τα ακόρντα, τα παίζω όπως θα τα έπαιζε ο Bill Evans. Απλά παίζονται από τα έγχορδα. Χρησιμοποιώ διαρκώς τις jazz επιρροές μου, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα, και όταν γράφω μια μελωδία περνά από το πίσω μέρος του μυαλού μου ο Bill Evans, o Miles Davis, o Cannonball Adderley, o John Coltrane… Σε όλες μου τις μουσικές φράσεις και μελωδίες, όλοι αυτοί οι αθάνατοι τζαζίστες έχουν συχνά-πυκνά την τιμητική τους… Όπως και ο Duke Ellington φυσικά”
Μεγάλος μέντορας και όλων των προαναφερθέντων! Πάμε τώρα λιγάκι στα “δικά” μας.
Λένε πως η γλώσσα που μαθαίνει πρώτα και καλύτερα κάθε παιδί είναι αυτή της μητέρας του, λόγω της καθημερινής αλληλεπίδρασης τους. Πώς και δε συνέβη αυτό και στην περίπτωσή σου με την Ελληνίδα μητέρα σου Kαίτη Λαδοπούλου αφού μάλιστα υπήρξε και ποιήτρια, ήτοι άνθρωπος της Υψηλής Ελληνικής Γλώσσας;
“Ναι, λοιπόν, ήταν επιλογή της. Καταρχάς δεν ξέρω να γνωρίζεις πως έχω και δυο μεγαλύτερες αδελφές. Ήταν λοιπόν η μητέρα μας που δεν ήθελε να πάμε σε Ελληνικό Σχολείο εξαρχής ώστε να μάθουμε ως πρώτη γλώσσα μας τα Ελληνικά. Το σχολείο αυτό άλλωστε ήταν πολύ μακριά από το σπίτι μας. Μας ήθελε να είμαστε Γαλλιδάκια, τα κοριτσάκια και το αγοράκι. Μιλούσε και Ελληνικά καμιά φορά, μα σπάνια, αφού δυστυχώς οι γονείς μας μιλούσαν μεταξύ τους κατά κύριο λόγο Γαλλικά, Αγγλικά και Γερμανικά. Όταν ερχόμασταν Ελλάδα, ναι, μιλούσε Ελληνικά, μα στο πατρικό μας ελάχιστα… Τώρα βέβαια, στα δικά μου τα παιδιά έχω τραγουδήσει το γνωστό (σημ: μου το τραγουδά κανονικά στα Ελληνικά) “κουνιά/μπέλα, έσπασε η κουτέλα / βγήκε μια κοπέλα…” όπως μου το τραγουδούσε και η δική μου η Μάνα. Αλλά ως εκεί. Με θυμάμαι όμως στα ‘70’ς όταν ήμουν στα είκοσι μου να μιλώ Ελληνικά ώστε να μπαίνω στα εκλεκτά μουσεία μας δίχως εισιτήριο (σημ: γελά)”
Και πολύ καλά έκανες! Άρα λοιπόν “φταίει” η Μαμά.Μήπως όμως σου άφησε κάποια κληρονομιά στη χώρα μας έτσι που να επισκέπτεσαι συχνά τη χώρα μας;
“Όχι, δυστυχώς η Μάνα μου δεν είχε πατρικό σπίτι ή κτήματα στην Ελλάδα… Και έτσι έπρεπε να ονειρεύομαι να αποκτήσω ένα δικό μου σπίτι, πράγμα που συμβαίνει από το 2014 και μετά, αφού έχτισα ένα σπιτικό σε ένα από τα πανέμορφανησιά μας…”
Πολύ όμορφα. Οι κοινές σου ρίζες έστω και κατά το ήμισυ με άλλους δυο θρυλικούς Έλληνες μουσικοσυνθέτες που βραβεύτηκαν επίσης με Όσκαρ για Καλύτερη Πρωτότυπη Μουσική, με ωθεί να σε ρωτήσω την προσωπική σου άποψη για την κληρονομιά τους: αναφέρομαι στον Βαγγέλη Παπαθανασίου και στον Μάνο Χατζιδάκι. Αλλά δεν αναφέρομαι μόνο στην αξεπέραστη μουσική επένδυση του “Chariots Of Fire” και του “Never On Sunday” αντιστοίχως, μα στο συνολικό τους έργο.
“Καλά, τι να πει κανείς για αυτούς τους δυο… Έχουν κι δυο έναν τεράστιο κατάλογο φιλμογραφίας, όπως και ένα τεράστιο κληροδότημα Μουσικής. Θα ξεκινήσω με τον Χατζιδάκι, αφού απέδειξε περίτρανα πως ήταν συγχρόνως ένας μεγάλος κλασικός συνθέτης, ένας ανυπέρβλητος τραγουδοποιός και ένας διάσημος συνθέτης κινηματογραφικής μουσικής! Γεγονός που τον θέλει εκατό τοις εκατό Θρυλικό. Ανέκαθεν θαύμαζα τη μουσική του ιδιοφυΐα. Το “Never On Sunday” άφησε εποχή. Όπως και το “America, America”, όπως και τόσες άλλες που αγαπώ από τη μουσική του επένδυση. Βέβαια εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε και τον αείμνηστο Θεοδωράκη και ως κλασικό συνθέτη μα και ως μέγα τραγουδοποιό!
Όσο για τον Vangelis… ήταν απλά ένας και μοναδικός! Κανείς πριν ή μετά από αυτόν δεν έκανε αυτά που μας χάρισε εκείνος. Η δεξιοτεχνία του σε όσα αφορούν τα synthesizers υπήρξε παροιμιώδης. Όπως και οι έντεχνοι αυτοσχεδιασμοί του, αφού γέννησαν μερικές από τις πιο αξιομνημόνευτες μελωδίες της σύγχρονης μουσικής. Όμως πάνω από όλα υπήρξε ο εφευρέτης ενός Ήχου τόσο μοναδικού, που έκτοτε αμέτρητοι συνάδελφοι του προσπάθησαν επανειλημμένα να αναπαραγάγουν, αν όχι να αντιγράψουν!… Μα δες εδώ. Όλη η ηλεκτρονική μουσική των τελευταίων είκοσι τουλάχιστον ετών στις κινηματογρακές ταινίες του Hollywood έχουν στην καλύτερη των περιπτώσεων εμπνευστεί και στη χειρότερη κοπιαριστεί από το Βαγγέλη Παπαθανασίου. Μπορώ να σου πω και ονόματα, μα δεν το θέλω (σημ: γελά)”
Ξέρω, ξέρω, χίλια ευχαριστώ, το καταλαβαίνω, δεν υπάρχει λόγος άλλωστε. Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον όμως να μάθουμε επίσης τη γνώμη σου για δυο άλλους διεθνείς αστέρες της συμφωνικής μουσικής, αφού μάλιστα ο ένας τους υπήρξε και δάσκαλος σου όπως διάβασα: αναφέρομαι στον πρωτοπόρο Γιάννη Ξενάκη (Iannis Xenakis). Ο άλλος είναι φυσικά ο Δημήτρης Μητρόπουλος.
“Βεβαίως, απλά να αναφέρω πως ο Ξενάκης δεν υπήρξε ποτέ δάσκαλός μου όπως λανθασμένα αναφέρεται επανειλημμένα και προσπαθώ διαρκώς να το σημειώνω αυτό…”
Α, μάλιστα, μόλις καταγράφτηκε και από μένα!…
“Σε ευχαριστώ. Απλούστατα έχει γίνει η εξής παρανόηση. Υπήρξε μεταξύ άλλων εφευρέτης μιας μηχανής, ενός συστήματος ηλεκτρονικού υπολογιστή που ονόμασε UPIC, του οποίου παρακολούθησα μια μακροσκελή μύηση, ένα δεκαπενθήμερο σεμινάριο από το οποίο όμως απουσίαζε ως εκλιπών. Δεν κατάφερα να τον συναντήσω ποτέ. Μακάρι να τον είχα γνωρίσει, όμως δεν είχα αυτή την τύχη…
Όσο για τον Δημήτρη Μητρόπουλο, υπήρξε πράγματι ένας από τους σημαντικότερους διευθυντές συμφωνικής ορχήστρας όλων των εποχών. Όμως ξανά, είμαι πολύ νέος για να έχω προλάβει να τον γνωρίσω…(σημ: γελά ξανά)”
Γνωρίζω την ηλικία σου, εννοείται, εγώ γεννήθηκα το 1966…
“Α, μάλιστα, άρα είμαστε κοντά ηλικιακά”
Ναι. Να ρωτήσω, η σύντροφος της Ζωής μα και το δεξί σου χέρι σε όσα γεννάς, η Dominique Lemonnier, θα είναι στη σκηνή ή έστω στις κερκίδες του αρχαίου μας θεάτρου την 1η Ιουλίου;
“Όχι, δυστυχώς δεν μπορεί, και τούτο διότι διευθύνει αντιστοίχως μια δική της παράσταση που θα παρουσιαστεί στην Βενετία στο “Teatro La Fenice”, γεγονός που το καθιστά αδύνατον. Όμως! Θα φέρω μαζί μου τη μητέρα μου, ώστε να εορτάσουμε μαζί τα ενενηκοστά έκτα της γενέθλια παρακαλώ!”
Ωωω, τι όμορφα, να σου ζήσει, ένα όνειρο θα γίνει πραγματικότητα, σου εύχομαι τα καλύτερα!
“Σε ευχαριστώ πολύ Χρήστο…”