Του Δρ. Βενιαμίν Καρακωστάνογλου*
Η αιφνίδια επιδείνωση των σχέσεων Ρωσίας και Ουκρανίας, που βρίσκονταν ήδη σε ένταση από το 2014, με την παράνομη Ρωσική εισβολή της 24/2/22, προκάλεσε αναταράξεις και ανατροπές στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία του πλανήτη (λόγω κυρίως των οικονομικών κυρώσεων) και στην ενεργειακή επάρκεια, ιδίως στην Ευρώπη.
Η εξάρτηση πολλών ευρωπαϊκών χωρών από το Ρωσικό φυσικό αέριο και η Αμερικανική ισχυρή πίεση για διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας στην Ευρώπη, ώστε να υπάρξει απεξάρτηση από τη Ρωσία, αποκτούν πλέον, μετά την εισβολή στην Ουκρανία, χαρακτήρα αμεσότητας και ύψιστης προτεραιότητας, με συνέπεια να αναθεωρούνται ριζικά σχεδιασμοί και αξιολογήσεις στον τομέα της προμήθειας ενέργειας, καθώς πλέον επικρατούν εκ νέου συνθήκες Ψυχρού Πολέμου και έντονης αντιπαλότητας μεταξύ της Δύσης και της Ρωσίας, που προφανώς επηρεάζει και τις σχέσεις με την Κίνα και όχι μόνο…
Η ενεργειακή μετάβαση στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.) υπό το φως κυρίως της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, αλλά και της σταδιακής εξάντλησης των αποθεμάτων των ορυκτών καυσίμων, φαίνεται ότι μετατίθεται χρονικά και έτσι θα δοθεί άμεση προτεραιότητα στην διασφάλιση βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα, ενεργειακής επάρκειας με παραδοσιακούς τρόπους και πηγές.
Ταυτόχρονα, βέβαια, θα συνεχισθεί επιταχυνόμενη η έρευνα για νέα αποθέματα υδρογονανθράκων, αλλά και η εγκατάσταση υποδομών για Α.Π.Ε., ενώ στο βάθος του ορίζοντα επαναξιολογείται και η πυρηνική ενέργεια, αλλά και η λύση της παραγωγής ενέργειας από το υδρογόνο, που θα αποτελέσει (όταν λυθούν υπάρχοντα τεχνολογικά προβλήματα) την οριστική λύση για παροχή ενέργειας παγκοσμίως!
Ο οικονομικός πόλεμος, λόγω των οικονομικών κυρώσεων που επέβαλε η Δύση προς την Ρωσία ως αντίμετρο για την εισβολή στην Ουκρανία, οδήγησε στην ακύρωση του υποθαλάσσιου αγωγού NordStream 2 (Ρωσίας-Γερμανίας) και αναμένεται να προκαλέσει την σταδιακή ή και άμεση παύση, μάλλον από τον επόμενο χειμώνα, συνολικά της τροφοδοσίας φυσικού αερίου από την Ρωσία προς την Ευρώπη. Πρέπει λοιπόν να βρεθούν ενεργειακές πηγές αντικατάστασης και εδώ προβάλλει η επαναξιολόγηση της κατασκευής του αγωγού EastMed, ο οποίος θα διοχετεύει το Ισραηλινό, Κυπριακό και Αιγυπτιακό φυσικό αέριο προς την Ευρώπη, υποθαλασσίως από την Ανατ. Μεσόγειο, διά της Ελλάδος προς την Ιταλία. Ο αγωγός αυτός θα έχει μήκος 1.872 χλμ. (1.335 υποθαλασσίως και 537 χερσαίως) και θα στοιχίσει περί τα 6 δις δολάρια και είναι τεχνικά εφικτός, παρά τα μεγάλα υποθαλάσσια βάθη από τα οποία θα διέλθει μεταξύ Κύπρου και Κρήτης (ως 3.200 μέτρα). Κυκλοφορεί η άποψη ότι ο αγωγός έχει και «γεωπολιτικά προβλήματα» (βλ. π.χ. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 27-3-22, σελ. 5 του Οικονομικού ένθετου) δηλ. ότι η Τουρκία (αλλά και οι ΗΠΑ) αντιδρά γιατί ο αγωγός θα διέρχεται από την Κυπριακή ΑΟΖ (που αμφισβητεί) καθώς και από την δική της «γαλάζια πατρίδα», που αυθαιρέτως και μονομερώς προσδιόρισε μαξιμαλιστικά!
Η θέση αυτή είναι παντελώς αστήρικτη κατά το Διεθνές Δίκαιο της θάλασσας. Και αυτό γιατί στην ίδια την υβριδική έννοια της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης, αλλά και της παλαιότερης και διατηρούμενης ζώνης της Υφαλοκρηπίδας (βυθός-υπέδαφος) επιτρέπεται μεταξύ άλλων ελευθεριών για όλα τα κράτη, η ελευθερία επικοινωνίας, δηλαδή η πόντιση ή κατασκευή υποθαλάσσιων καλωδίων και σωληναγωγών. Η ελευθερία αυτή συνυπάρχει με τα κυριαρχικά δικαιώματα οικονομικής φύσεως (και επί των φυσικών πόρων) στις δύο παραπάνω ζώνες (ΑΟΖ/Υφαλ.) που ονομάζονται γι’ αυτό ζώνες οικονομικής κυριαρχίας και ανήκουν στο παράκτιο κράτος που την δικαιούται, το οποίο όμως υποχρεούται να επιτρέπει την διέλευση υποθαλάσσιων καλωδίων και σωληναγωγών των άλλων κρατών, όπως ακριβώς υποχρεούται να επιτρέπει το δικαίωμα (ελευθερία) της ναυσιπλοΐας και της υπέρπτησης αεροσκαφών των άλλων κρατών. Υποβρύχια καλώδια για μεταφορά ηλεκτρισμού και τηλεφωνικού σήματος ή οπτικών ινών και υποβρύχιοι σωληναγωγοί για την μεταφορά υγρών (π.χ. πετρελαίου) και αέριων (π.χ. φυσικού αερίου ή στο μέλλον υδρογόνου), θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τα καλώδια και τους σωληναγωγούς που είναι ήδη τοποθετημένοι. Επίσης η χάραξη της πορείας για την τοποθέτηση αυτών των σωληναγωγών πάνω στην υφαλοκρηπίδα, υπόκειται στη συναίνεση του παράκτιου κράτους. Αυτό δεν απαιτείται για τα καλώδια (βλ. άρθρο 79 της Σύμβασης του ΟΗΕ του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας). Συνεπώς η συναίνεση του παράκτιου κράτους είναι εύλογο να αφορά μόνο την ακριβή πορεία των σωληναγωγών, ώστε να μη συμπίπτουν ή εμποδίζουν ήδη τοποθετημένους σωληναγωγούς η εξέδρες ή άλλες κατασκευές κράτους, και άρα να αλλάζει (ενδεχομένως) η πορεία κατά λίγες μόνο εκατοντάδες μέτρα ή έστω λίγα χιλιόμετρα.
Δεν αφορά όμως, σε καμία περίπτωση, άρνηση διέλευσης τους σωληναγωγού ή μη αιτιολογημένη τροποποίηση της πορείας του. Είναι άλλο πράγμα να αμφισβητεί (παρανόμως βέβαια) η Τουρκία περιοχές του ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας της Κύπρου ή της Ελλάδος, αρνούμενη μάλιστα να αποδεχθεί την οριοθέτησή τους με δικαστική επίλυση (Χάγη) και είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα να θέλει να απαγορεύσει την διέλευση σωληναγωγών (ή ίσως και καλωδίων!) από περιοχές θαλάσσης (ΑΟΖ/Υφαλ.) που διεκδικεί και μάλιστα αυθαίρετα! Είναι ταυτόσημο με την άρνηση εκ μέρους της να επιτρέψει την ελεύθερη ναυσιπλοία ή την υπέρπτηση, που επίσης επιτρέπονται στην ΑΟΖ (εφόσον δεν εμπλέκονται και δεν παρακωλύουν τα οικονομικά κυριαρχικά δικαιώματα του παράκτιου κράτους).
Υπάρχουν βέβαια σκέψεις και για άλλους τρόπους μεταφοράς του φυσικού αερίου ή πετρελαίου από τους χώρους εξόρυξής του στην Ανατολική Μεσόγειο προς την Ευρώπη ή και αλλού, σε προορισμούς κατανάλωσης:
- Εναλλακτικός EastMed μέσω χερσαίας διαδρομής της Βορείου Αιγύπτου και μετά υποθαλλασίως στην Κρήτη και Ελλάδα-Ιταλία
- Αγωγός Ισραήλ-Τουρκίας, που βέβαια δεν θα αποδεχθεί η Κύπρος όσο παραμένει η κατοχής και διχοτόμηση του νησιού.
- Μέσω υποθαλλάσιου αγωγού υγροποίησης (LNG) στην Αίγυπτο και μετά με πλοία στην Ευρώπη.
Το βέβαιο πάντως είναι ότι πρέπει να διοχετευθεί αέριο και πετρέλαιο από άλλες περιοχές πλην της Ρωσίας προς την Ευρώπη, με ασφαλή πορεία και μελλοντική προοπτική και η Ανατ. Μεσόγειος αποτελεί μια τέτοια. Θα πρέπει βέβαια να ερευνηθούν πολλές ακόμη περιοχές ιδίως της Κύπρου και της Ελλάδος (στην περίμετρο της Κρήτης) ώστε να αυξηθούν τα εντοπισμένα αποθέματα και να καταστεί περισσότερο συμφέρουσα η μεταφορά του αερίου/πετρελαίου μέσω του EastMed. Για να συμβεί αυτό θα πρέπει να αναγκασθεί η Τουρκία να αποδεχθεί (προφανώς δικαστικά) οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Ελλάδα και την Κύπρο και πάντα με βάση τις ρυθμίσεις του Δικαίου της Θάλασσας και όχι τις αυθαίρετες απόψεις της περί δήθεν «Γαλάζιας Πατρίδας» και άρνησή της να δεχθεί το άρθρο 121 της Σύμβασης 1982 για την ισοτιμία των θαλάσσιων ζωνών των νησιών με αυτές των ηπειρωτικών ακτών.
Επίσης θα πρέπει να ολοκληρωθεί, στη συνέχεια, η θαλάσσια οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδος-Αιγύπτου και να επιτευχθεί (έστω δικαστικά) η αντίστοιχη Ελλάδας-Λιβύης, με κατάργηση του ανυπόστατου νομικά, ψευδομνημονίου Τουρκίας—Λιβυης. Απαράβατη προϋπόθεση όλων των θαλάσσιων οριοθετήσεων είναι η επέκταση της Ελληνικής Αιγιαλίτιδας Ζώνης παντού (με συγκεκριμένη πρόβλεψη διαύλου «πλού διελεύσεως» στο Αιγαίο) και βέβαια η ανακήρυξη ΑΟΖ σε όλες τις παρακείμενες ελληνικές θάλασσες, με οριοθετήσεις όπου απαιτείται, στη βάση βέβαια του Διεθνούς Δικαίου.
*Μόνιμος Λέκτορας Διεθνούς Δικαίου Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.
Περιφερειακός Σύμβουλος Κεντρικής Μακεδονίας, Τομεάρχης Διαπεριφερειακών Σχέσεων
τ. Πρόεδρος Περιφερειακού Συμβουλίου Π.Κ.Μ. πρ. Διπλωμάτης Διεθνών Οργανισμών.