Η πανδημική κρίση είναι πρωτοφανής αλλά «δεν είναι σαν την κρίση του 2010, ούτε σαν φάρσα» λέει ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης στη συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής».
Ο ίδιος θεωρεί ότι η κυβέρνηση χειρίζεται την κατάσταση με διαχειριστική σοβαρότητα και επάρκεια και ότι η κοινωνία έχει μεγαλύτερη αυτογνωσία. «Ξορκίσαμε πολλούς δαίμονες και ιδεοληψίες στα δέκα χρόνια που πέρασαν» παρατηρεί. «Το συνεκτικό στοιχείο για την κοινωνία είναι να πείσουμε στο κοινωνικό μέτωπο για τη δίκαιη κατανομή των βαρών και στα εθνικά να συνεχίσουμε την αποφασιστική στάση διαπραγμάτευσης» προσθέτει.
Ο κ. Χρυσοχοΐδης δεν πιστεύει ότι η συγκυρία μπορεί να δημιουργήσει νέα ακραία κόμματα, αλλά βλέπει δυσκολίες και για την Κεντροαριστερά.
«Η μεταρρυθμιστική δυναμική και η κοινωνική φροντίδα της κυβέρνησης περιορίζουν την εύκολη συγκρότηση μιας ουσιώδους Κεντροαριστεράς» εκτιμά.
Σε ερώτηση για το εάν το σχέδιο της κυβέρνησης για την οικονομία θα είναι αρκετό μέχρι να εκταμιευθούν κονδύλια από το Ταμείο Ανάκαμψης, απαντά:
«Η κυβέρνηση οργανώνει με σύνεση και ρεαλισμό έναν πόλεμο, που έχει πολλές μάχες και απρόβλεπτα νέα μέτωπα. Εάν δώσει τώρα τα πάντα, μια επιδείνωση της πανδημίας θα μας γονατίσει. Και θα το πληρώσουν, όπως πάντα, οι πιο αδύναμοι. Από την άλλη, δεν πρέπει με τίποτε να αφήσει μικρές επιχειρήσεις να κλείσουν για λόγους διαδικαστικούς ή προσβασιμότητας στο χρηματοδοτικό σύστημα. Είναι μάχη με τον χρόνο, αγώνας ψυχραιμίας, στάθμισης και συναίσθησης καθήκοντος. Ευτυχώς το διαχειρίζονται σοβαροί άνθρωποι, που έχουν σχέδιο, με ρεαλισμό, χωρίς δογματισμούς και ιδεοληψίες. Τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης είναι μια συγκλονιστική ευκαιρία, είναι “η ευκαιρία” για την ανάπτυξη. Σε αυτό χρειάζεται να επικεντρωθούμε όλοι. Κατ’ αρχήν να το εξηγήσουμε στους πολίτες, είναι το μέλλον μας μετά τον κορωνοϊό, και οφείλουμε αυτό το μέλλον να το σκιαγραφήσουμε και να το χτίσουμε από τώρα. Είναι επιτακτική ανάγκη, ατομική και πολιτική, να μπορέσει να δει ο πολίτης σήμερα τις γραμμές ενός μέλλοντος με ελπίδα, πρέπει και χρειάζεται να μη φυλακιστεί στον τρόμο».
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στις ΜΚΟ και στις κατηγορίες περί κατασκοπείας τεσσάρων οργανώσεων στη Μυτιλήνη.
«Οι ΜΚΟ στην πλειονότητά τους είναι από τους πυλώνες της μεταναστευτικής πολιτικής. Το 2014, στην έναρξη του Μεταναστευτικού, ηγήθηκαν της αλληλεγγύης, μετέφεραν τεχνογνωσία, μας έμαθαν και μας βοήθησαν. Όπως πάντα, όπως παντού, έτσι και στη Μυτιλήνη, κάποιες λίγες φανατικές μειοψηφίες υπερβαίνουν νόμους και θεσμούς και αυτοανακηρύσσονται σωτήρες της ανθρωπότητας. Αυτές οι ΜΚΟ στις οποίες αναφέρεσθε παρανόμησαν, στην ουσία βοηθούσαν δουλεμπόρους, όχι μετανάστες και πρόσφυγες. Θα λογοδοτήσουν για αυτό. Αλλά, επαναλαμβάνω, το δέντρο ας μην κρύβει το δάσος».
Για την φωτιά στον καταυλισμό της Μόριας, σχολίασε:
«Ήταν τελικά μια ανεύθυνη πράξη ανήλικων και νεαρών μεταναστών με δυνητικά τεράστιες συνέπειες. Θα μπορούσε να εξελιχθεί και σε κρίση ασφαλείας για τη χώρα, γιατί συνέβη σε ακριτικό νησί, σε συνθήκες υγειονομικής κρίσης, με μεγάλη ένταση στο Αιγαίο, και με πολλά σενάρια για τα αίτιά της. Ευτυχώς η σχεδόν ακαριαία δράση της Αστυνομίας αποσαφήνισε τα αίτια και τους αυτουργούς. Η συνεργασία όλων μας, η συντονισμένη επιχείρηση δημιουργίας της νέας δομής και της εγκατάστασης των μεταναστών σε αυτήν, εξάλειψε κάθε δυνατότητα αναταραχής και ανάφλεξης. Η Μόρια τέλειωσε, το νησί ηρέμησε. Εδώ ισχύει ότι κάναμε την κρίση ευκαιρία».
Για τις καταλήψεις είπε:
«Προσωπικά θεωρώ τις καταλήψεις, όπως γίνονται, ξεπερασμένες. Επίσης θεωρώ πως είναι άτοπο να ζητάμε από ένα κίνημα να φέρεται με συμβατική λογική και είναι εξίσου λάθος να ονομάζουμε κίνημα τις ετήσιες τελετουργικές καταλήψεις, απομιμήσεις παρελθόντος στα διάφορα σχολεία. Να προσθέσω ότι δεν θεοποιώ τη νεότητα, η ίδια η ουσία της νεότητας είναι εναντίον κάθε κλισέ. Με την έννοια αυτή δεν συμφωνώ με κόμματα είτε άλλους φορείς εκπροσώπησης που αγκαλιάζουν άκριτα πλατείες και καταλήψεις».