Ποιοι είναι οι πρέσβεις Παύλος Αποστολίδης και Αλέξανδρος Κουγιού – Άγνωστο ποιους θα βρουν απέναντί τους – Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η Άγκυρα θα επιχειρήσει να εγκλωβίσει την Αθήνα σε συζητήσεις μη οριοθετημένες, με ανοιχτή ατζέντα
«Ο κύβος ερρίφθη» και οι διερευνητικές επαφές ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία ξεκινούν στις 25 Ιανουαρίου. Πέντε χρόνια μετά τον τελευταίο γύρο των διερευνητικών, Ελλάδα και Τουρκία συμφώνησαν να καθίσουν και πάλι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, παρά το γεγονός ότι η ατζέντα των συζητήσεων δεν έχει συμφωνηθεί επακριβώς.
Αποτελούσε, άλλωστε, πιεστική παρότρυνση συγκεκριμένων ξένων κυβερνήσεων και ισχυρών διπλωματικών παραγόντων στην Αθήνα να μην χαθεί άλλος χρόνος για τον προσδιορισμό των θεμάτων της ελληνοτουρκικής συζήτησης, αλλά να ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις χωρίς άλλη χρονοτριβή.
Ο κ. Παύλος Αποστολίδης
Πλέον, η ελληνική διπλωματία προετοιμάζεται για μια δύσκολη και σύνθετη συζήτηση με το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών και γι’ αυτό επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας θα αναλάβει ο πρέσβης (επί τιμή) Παύλος Αποστολίδης, ο άνθρωπος που περισσότερο απ’ οποιονδήποτε άλλο γνωρίζει τον τρόπο διαπραγματεύσεων στις διερευνητικές επαφές, καθώς ήταν ο υπηρεσιακός χειριστής επί χρόνια.
Δίπλα στον πρώην διοικητή της ΕΥΠ, ο οποίος μεταφέρει τη θεσμική μνήμη του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, έχει αποφασιστεί να τοποθετηθεί ο πρέσβης Αλέξανδρος Κουγιού, επικεφαλής της Ε’ Γενικής Διεύθυνσης του υπουργείου Εξωτερικών, ο οποίος στο παρελθόν έχει εκπροσωπήσει την Ελλάδα στο Βατικανό, ενώ ήταν επικεφαλής της επιτροπής για τον έλεγχο των σχολικών εγχειριδίων των Σκοπίων και της Ελλάδας.
Εκτός από τα στελέχη της νομικής υπηρεσίας του υπουργείου Εξωτερικών, οι κύριοι Αποστολίδης και Κουγιού αναμένεται να συνεπικουρηθούν από καθηγητές Διεθνούς Δικαίου αναλόγως των θεματικών.
Ποιοι Τούρκοι διπλωμάτες θα μετάσχουν στις διερευνητικές;
Ο πρέσβης Παύλος Αποστολίδης, ένας από τους λίγους διπλωμάτες που διαψεύδουν την παγιωμένη αντίληψη ότι «στην Ελλάδα δεν μπορεί να γίνει κατασκοπεία επειδή μιλάνε όλοι», είναι το πρόσωπο που θα τεθεί επικεφαλής της ελληνικής διπλωματικής ομάδας στις διερευνητικές με το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών. Συνεπικουρούμενος από τον πρέσβη Αλέξανδρο Κουγιού, ο πρέσβης Αποστολίδης προετοιμάζεται για να επανέλθει στο γνώριμο για εκείνον πεδίο των άτυπων διερευνητικών επαφών με την Τουρκία στις οποίες εκπροσωπούσε την Ελλάδα.
Το ερώτημα είναι ποιοι θα είναι οι Τούρκοι διπλωμάτες που θα εμπλακούν στις συζητήσεις, δεδομένου ότι ο Φεριντούν Σινιρλίογλου, επικεφαλής της τουρκικής αντιπροσωπείας μέχρι το 2016 είναι πλέον ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Τουρκίας στον ΟΗΕ. Πέρα από τα πρόσωπα, το μεγάλο ζητούμενο είναι η τακτική που θα ακολουθήσει η τουρκική κυβέρνηση: Θα εγείρει αξιώσεις τις οποίες καμία ελληνική κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να διαπραγματευθεί, ακόμη και ατύπως, ή θα εμφανιστεί με μια λογικοφανή προσέγγιση η οποία πάντως ουδόλως μπορεί να παρεκκλίνει από τις γνωστές τουρκικές θέσεις.
Στην ουσία δηλαδή, το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η Άγκυρα θα επιχειρήσει να εγκλωβίσει την Αθήνα σε συζητήσεις μη οριοθετημένες, με ανοιχτή ατζέντα πέραν της οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών επιχειρώντας να κερδίσουν τα μεγαλύτερα δυνατά οφέλη σε θέματα που εκκινούν από τις περίφημες γκρίζες ζώνες, μέχρι το τουρκικό αίτημα για αποστρατιωτικοποίηση νησιών του Αιγαίου και σφετερισμού ολόκλησης της θαλάσσιας περιοχής ανατολικά του 28ου μεσημβρινού μέχρι την Κύπρο.
«Η Ελλάδα έχει τη βούληση να συμμετάσχει σε διάλογο και όχι σε συνθηκολόγηση. Δεν συζητάμε θέματα που αφορούν την άμυνα, την εδαφική ακεραιότητα και την κυριαρχία μας» επισημαίνει στο «ΘΕΜΑ» κυβερνητικός παράγοντας. Στην κυβέρνηση θεωρούν ότι, στο πλαίσιο των διερευνητικών συζητήσεων, όπου οι εκπρόσωποι του ελληνικού και του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών θα επιχειρήσουν να εντοπίσουν θέματα όπου υπάρχει σύμπτωση απόψεων, δεν είναι απίθανο να τεθεί ακόμη και το ενδεχόμενο περιοχικών συμφωνιών οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας ή ΑΟΖ.
Τι είχε συζητηθεί στις διερευνητικές
Στις άτυπες συνομιλίες στο πλαίσιο των διερευνητικών στο παρελθόν, εκτός από την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών είχαν τεθεί τα θέματα της αιγιαλίτιδας ζώνης, της επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων μέχρι τα 12 ναυτικά μίλια -προοπτική που η Τουρκία θέλει να σταματήσει με την απειλή του casus belli-, ακόμη και του εύρους του ελληνικού εναέριου χώρου. Είναι πολλά τα ερωτήματα σχετικά με τις διερευνητικές επαφές και αρκετές οι αβεβαιότητες.
Για παράδειγμα, είναι απίθανο το ενδεχόμενο οι Τούρκοι να αποσύρουν το σύνολο των αναθεωρητικών τους διεκδικήσεων για το καθεστώς κυριαρχίας σε νησιά και νησίδες του Αιγαίου στην περίπτωση που η Ελλάδα δεσμευτεί ρητά ότι δεν θα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια;
Κι αυτό, διότι είναι προφανές πως το εύρος των ελληνικών χωρικών υδάτων θα παραμείνει στα 6 ναυτικά μίλια αν δεν προκύψει διαφορετική ρύθμιση πριν από πιθανή συμφωνία για υποβολή της διαφοράς στο διεθνές δικαστήριο. Μετά την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών το δικαίωμα επέκτασης της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης διατηρείται, αλλά θα μπορεί να ασκηθεί μόνο πάνω στη δική μας ζώνη. Αλλο ερώτημα είναι αν η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα θα ζητήσει να οριοθετηθεί υφαλοκρηπίδα ή ΑΟΖ.
Εκτός κι αν συμβεί κάποιο… θαύμα, η τουρκική πλευρά αναμένεται να επιμείνει στην υφαλοκρηπίδα για το Αιγαίο, δεχόμενη την ΑΟΖ για την Ανατολική Μεσόγειο, όπου υπολογίζει να πάρει τη μερίδα του λέοντος. Και εμείς όμως υποστηρίζουμε την ΑΟΖ, διότι αναμένουμε, βάσει των δικών μας θέσεων, ότι θα πάρουμε το μεγαλύτερο κομμάτι. Αν όμως επαληθευτεί το ακραίο σενάριο να δοθεί στην Τουρκία από το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης θαλάσσια ζώνη δυτικά των ανατολικών νησιών μας, θα θέλαμε τότε η Τουρκία να έχει ΑΟΖ ή υφαλοκρηπίδα.
Στο παρελθόν, στο πλαίσιο των διερευνητικών η Αθήνα και η Αγκυρα είχαν συμφωνήσει να ξεκινήσουν διμερή διαπραγμάτευση για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας με διάρκεια δύο ετών και στη συνέχεια να προχωρήσουν στη σύναψη συνυποσχετικού εντός έτους για την υποβολή στο Διεθνές Δικαστήριο των διαφορών που θα παρέμεναν έπειτα από απευθείας ελληνοτουρκικές συνομιλίες εφ’ όλης της ύλης. Δηλαδή η Αθήνα είχε αποδεχτεί να προηγηθεί του συνυποσχετικού ουσιαστική διαπραγμάτευση και η Αγκυρα είχε δεσμευτεί για τελική παραπομπή στη Χάγη, εφόσον υπήρχε συμφωνία επί του κειμένου του συνυποσχετικού.