Κείμενο – φωτογραφίες: Παναγιώτης Αντ. Ανδριόπουλος
Σε παλαιότερη έρευνα που διεξήγαγε περιοδικό για τις πολιτιστικές συνήθειες και γνώσεις των Ελλήνων μόλις το 5% των ερωτηθέντων γνώριζαν σωστά την ιδιότητα του μεγάλου αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη (1887-1968), από την αναχώρηση του οποίου συμπληρώνονται σήμερα (28 Αυγούστου) 55 χρόνια! Το 88% δεν τον είχε καν ακουστά, ενώ 6% τον γνώριζαν αλλά με λάθος ιδιότητα. Ακόμα λιγότεροι, μόλις το 3%, γνώριζαν τον επίσης σημαντικό αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη.
Κι όμως, τόσο ο Πικιώνης όσο και ο Κωνσταντινίδης αποτελούν σημαντικότατες ψηφίδες του νεοελληνικού μας βίου.
Περπατώντας προ καιρού στου Φιλοπάππου, που φιλοτέχνησε ο φιλόπονος Δημήτρης Πικιώνης, σκέφτομαι την καίρια παρατήρηση που έκανε ο Ζήσιμος Λορεντζάτος: «Η αρχιτεκτονική του Πικιώνη βγαίνει κατ’ ευθείαν μέσα από τη γη. Και μαζί ο αρχιτέκτονας».
Άλλωστε ο ίδιος ο Πικιώνης έγραψε μια φράση που κανείς άλλος δεν θα μπορούσε να τη διατυπώσει έτσι: «Ήταν φορές που αισθανόμουν πως εις τα θεμέλια που εισχωρούσαν βαθιά στη γη, εις τους ογκώδεις τοίχους και τις καμάρες των, ήταν η ψυχή μου που εντοιχιζόταν εις το ανώνυμο πλήθος των…». Μόνο ένας τέτοιος άνθρωπος θα μπορούσε να γράψει το 1948 το ακόλουθο πνευματικό, που ισχύει ακέραιο στις μέρες μας: «Είναι απόλυτα βέβαιο πως στις περισσότερες περιπτώσεις, αν όχι σε όλες, ο χυδαίος ρεαλισμός της εποχής μας εθυσίασε κι επιμένει ακόμη να θυσιάζει τις ανάγκες της εσώτερης ζωής του ανθρώπου εις τα ωφελιμιστικά του ιδεώδη, όχι γιατί η θυσία τούτη ήταν τωόντι αναπότρεπτη -τις περισσότερες φορές μπορούσαν τούτες να ικανοποιηθούν χωρίς οι άλλες να βλαφτούν – αλλά γιατί οι εσώτερες τούτες ανάγκες απουσιάζουν απ’ την ψυχή του. Τρέφει απέναντί τους κάτι χειρότερο από άγνοια – ιταμή περιφρόνηση».
Του οφείλω την αρχιτεκτονική της σκόρπιας μου ζωής…
Σήμερα δημοσιεύουμε φωτογραφίες μας από το τα λιθόστρωτα μονοπάτια που σχεδίασε και διαμόρφωσε πριν 65 χρόνια ο Δημήτρης Πικιώνης – οι εργασίες περατώθηκαν το 1958 – στο λόφο του Φιλοπάππου. Μαζί κι ο ναός του Αγίου Δημητρίου του Λουμπαρδιάρη, καθώς και το τουριστικό περίπτερο.
Πρόκειται για το πιο γνωστό έργο της ελληνικής αρχιτεκτονικής. Στο σύνολό του το έργο αφορά τη διαμόρφωση δύο μονοπατιών: το ένα είναι αυτό που ανεβαίνει στον Ιερό Βράχο και το άλλο απομακρύνεται από αυτόν δημιουργώντας δύο συνθήκες θέασης του Παρθενώνα, μία από τον Λουμπαρδιάρη και μία από το Άνδηρο στου Φιλοπάππου, όπου καταλήγει η διαδρομή. Ένα πραγματικό δίκτυο με μικρά κτίσματα αναπτύσσεται στον αρχαιολογικό χώρο, βασισμένο στην αρχιτεκτονική της κίνησης.
Όλα αυτά ο Πικιώνης τα δούλεψε με Ναξιώτες μαρμαράδες και μαθητές του. Ένας από αυτούς, ο Δημήτρης Αντωνακάκης, θα πει: «Εργάζεται με έναν ασυνήθιστο τρόπο. Είναι σχεδόν κάθε μέρα στο εργοτάξιο. Συνεργάζεται με τους μαστόρους, εξηγεί, ρωτάει, σχεδιάζει, στοχάζεται, αποφασίζει… Συγκεντρώνει τα μαρμάρινα και πήλινα κομμάτια από την κατεδαφιζόμενη χωρίς συστολή Αθήνα του 19ου αιώνα, επιχειρώντας ένα γιγάντιο “κολάζ” από τα περασμένα και τα τωρινά».
Σκέφτομαι τι μεγάλος που ήταν ο Πικιώνης. Με ό,τι έφτιαξε εδώ πάνω ενεργοποιεί στο έπακρον το βλέμμα σου, μπας και αισθανθείς αυτόν τον τόπο όπως πραγματικά είναι: μια μυστική συνομιλία με την αιωνιότητα.
«Είναι ο πρώτος αρχιτέκτων στην Ελλάδα που είχε το θάρρος να διακηρύξει ότι η αρχιτεκτονική είναι τέχνη και ποίηση», είχε πει ο Γιάννης Τσαρούχης για τον κορυφαίο αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη. Είπε πολλά ακόμη το πρωί της 5ης Απριλίου του 1987 όταν επισκέφτηκε το σπίτι της Αγνής Πικιώνη για να δει τα ζωγραφικά έργα του Έλληνα ακαδημαϊκού και αρχιτέκτονα. Και είπε ακόμα ο Τσαρούχης ότι «αυτές οι σπουδές με λάδι εκ του φυσικού δίνουν τη δυνατότητα στον Πικιώνη να ζήσει το δράμα της σύγχρονης ζωγραφικής. Είναι συγχρόνως τα σχέδια ενός αρχιτέκτονα τα οποία θα συμπληρωθούν από μια αρχιτεκτονική ανάλογη. Ξεκινάει από το Τοπίο για να φθάσει στην Αρχιτεκτονική και η Αρχιτεκτονική γι΄ αυτόν είναι Ποίημα στο οποίο οι πρακτικές ανάγκες και λύσεις στοιχειωδώς εξυπηρετούνται».
Ο ίδιος ο Πικιώνης έγραφε στο Περιοδικό «Αιξωνή» (Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1952):
«Η αρχιτεκτονική, όπως κάθε ποίηση, δεν είναι μια ενεργητικότητα αποκομμένη από τη σύνολη πνευματικότητα και που μπορεί γι’ αυτό να παράγεται μόνο μέσα στα στενά όρια της περιοχής της. Η καταβολή της ιδιαίτερης για κάθε τέχνη μελέτης και πολύμοχθης άσκησης είναι αυτονόητη. Μα το πνεύμα της το καθορίζει και το κυβερνάει η κοσμοθεωρητική σύλληψη που έχει καταρτίσει ο καλλιτέχνης μέσα του. Η Τέχνη, μ’ άλλους λόγους, είναι ομόλογη των ανθρώπινων ιδεωδών».
Επομένως, μιλάμε καθαρά για μια Ποιητική της Αρχιτεκτονικής, που έχει ονοματεπώνυμο: Δημήτρης Πικιώνης!