E. Αχτσιόγλου:Κόμμα με δομές, κανόνες και γνώση

Συνέντευξη της Έφης Αχτσιόγλου, βουλευτή Δυτικού Τομέα Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία και υποψήφιας Προέδρου του κόμματος, στην “Αυγή της Κυριακής”
 
“Κόμμα με δομές, κανόνες και γνώση”
 

«Οι λέξεις-κλειδιά για μένα είναι τρεις: δομές, κανόνες, γνώση», δηλώνει η υποψήφια Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.,  Έφη Αχτσιόγλου, σε συνέντευξή της στην “Αυγή της Κυριακής”, αναφερόμενη στα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει η λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.

Πρώτον, σημειώνει, «χρειαζόμαστε ένα κόμμα των δομών και όχι των προσώπων. Με σαφές οργανόγραμμα, που θα ξέρουμε ποιος κάνει τι και με ποια ιδιότητα. Ποιος έχει λόγο πού, ποιος ευθύνεται για τι, όχι με βάση τις φιλίες του και τις προσβάσεις του, αλλά με βάση τον ρόλο που του έχουμε συλλογικά αναθέσει και για τον οποίο θα κρίνεται».

Δεύτερον, προσθέτει, «χρειαζόμαστε ένα κόμμα με κανόνες, που θα ισχύουν για όλες και όλους, από την πρόεδρο ή τον πρόεδρο μέχρι το πιο νέο μέλος της μικρότερης οργάνωσης. Κανόνες που θα λειτουργούν και κατασταλτικά, όπου χρειάζεται, αλλά κυρίως που θα προάγουν με θετικό τρόπο τις αξίες μας και τη συλλογικότερη λειτουργία μας».

Τρίτον, επισημαίνει, «χρειαζόμαστε ένα κόμμα με γνώση. Γίνεται πολύ συχνά μια διάκριση μεταξύ πολιτικών και τεχνοκρατών, στην οποία καθένας προσδίδει αρνητική χροιά είτε στη μία κατηγορία είτε στην άλλη. Θεωρώ ότι όσο λάθος είναι να υποκαταστήσουν οι “ειδικοί” τη δημοκρατική διαδικασία, άλλο τόσο λανθασμένη είναι και η γνώμη που εκφέρεται χωρίς μελέτη και τεκμηρίωση».

Υπογραμμίζει, τέλος, ότι «ο πλουραλισμός, που επιτρέπει την έκφραση διαφορετικών απόψεων και την ύπαρξη διακριτών ιδεολογικών και πολιτικών ρευμάτων και τάσεων, είναι θετικό στοιχείο της πολιτικής μας κληρονομιάς που δεν πρέπει να απεμπολήσουμε. Ο τρόπος για να μην λειτουργούν οι τάσεις ως μηχανισμοί νομής εσωκομματικής εξουσίας, με αδιαφάνεια και μεροληψία, είναι να δώσουμε προτεραιότητα στο τρίπτυχο που προανέφερα: δομές, κανόνες και γνώση».

 
Ολόκληρη η συνέντευξη της Έφης Αχτσιόγλου στην “Αυγή της Κυριακής”
 

–        Τουλάχιστον από τo 2015 και μετά η θεωρητική και η ιδεολογική συζήτηση στο εσωτερικό του κόμματος έχουν υποχωρήσει χαρακτηριστικά προς όφελος της αμιγώς πολιτικής συζήτησης. Ποια λειτουργία πιστεύετε πως πρέπει να έχει η θεωρία σε ένα αριστερό κυβερνητικό κόμμα του 21ου αιώνα; Τι σχέση πρέπει να έχουν με αυτήν η ηγεσία, τα μέλη και πώς σκέφτεστε ότι οφείλει να αναπτυχθεί αυτή η σχέση;
–         
Η σχέση της Αριστεράς με τη θεωρία, με τη διαρκή δηλαδή διερώτηση και μελέτη για τις σχέσεις και τις δομές της κοινωνίας μας, τις δυναμικές που αναπτύσσονται και τις προοπτικές μετασχηματισμού ή ανατροπής τους, είναι κατά κάποιον τρόπο οργανική. Και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς για μια πολιτική δύναμη που σε όλη της την ιστορική διαδρομή και σε όλες τις επιμέρους παραδόσεις της διεκδικούσε και διεκδικεί να αλλάξει τον κόσμο.

Αν και καταλαβαίνω τους προβληματισμούς για έναν ορισμένο «εμπειρισμό» που μπορεί να κυριάρχησε την περίοδο της διακυβέρνησης, νομίζω ότι πρέπει να μην ξεχνάμε ότι η απόλυτη διάκριση μεταξύ πολιτικής θεωρίας και πρακτικής δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Δεν υπάρχει πολιτική η οποία να μην εδράζεται σε θεωρητικές και ιδεολογικές παραδοχές, είτε το συνειδητοποιούν τα υποκείμενα που την εκφέρουν είτε όχι. Εξάλλου, ο ΣΥΡΙΖΑ πρωτοστάτησε στη θεωρητική και ιδεολογική συζήτηση διαχρονικά και μέχρι σήμερα. Θα θυμίσω ότι είμαστε το μόνο κόμμα που έχει δημοσιεύσει έναν συλλογικό και εκτεταμένο απολογισμό της πρώτης αυτής κυβερνητικής μας θητείας, ενώ ο αναστοχασμός πάνω στην εμπειρία αυτή έχει ήδη αποτυπωθεί και σε επιστημονικά και θεωρητικά συνέδρια, εργαστήρια και εκδόσεις. Με αυτό μάλιστα το δεδομένο, θα ήταν χρήσιμο να σκεφτούμε ότι δεν είμαστε απλώς «καταναλωτές», αλλά μπορούμε να είμαστε και «παραγωγοί» θεωρίας στη σύγχρονη εποχή.

Πάντοτε, ασφαλώς, υπάρχουν περιθώρια να κάνουμε περισσότερα και καλύτερα. Σήμερα το κόμμα μας, αλλά και ολόκληρος ο κόσμος αντιμετωπίζουν πρωτόγνωρα ζητήματα, τα οποία οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε πολιτικά. Αλλά για να το κάνουμε αποτελεσματικά, πρέπει να κατανοήσουμε τις πολλές διαστάσεις τους. Να τα διερευνήσουμε θεωρητικά και να μάθουμε γι’ αυτά από τους ειδικούς, διακρίνοντας πάντα την τεχνοκρατία, που εξάλλου δεν είναι ποτέ ουδέτερη, από την πολιτική.

Χρειάζεται, επομένως, κατά τη γνώμη μου μια πιο συστηματική ενασχόλησή μας με τον θεωρητικό και επιστημονικό προβληματισμό, ώστε αυτός να μην παραμένει υπόθεση των λίγων. Γι’ αυτό, άλλωστε, στην Κεντρική Επιτροπή μίλησα για ένα κόμμα που θα στηρίζεται σε δομές. Ώστε να υπάρχει ο κατάλληλος χώρος που θα υποδέχεται και θα αξιοποιεί τον πλούτο των επεξεργασιών και των προβληματισμών, που θα διαχέεται σε όλη την κλίμακα του κόμματος, θα εμπλουτίζεται με νέα ερωτήματα και θα στηρίζει την αποφασιστική, ουσιαστική και με επίγνωση συμμετοχή των μελών.

–        Παραμένει για την Αριστερά του 21ου αιώνα ο στόχος του σοσιαλισμού με δημοκρατία και ελευθερία ως διακριτού συστήματος -παραγωγικά και πολιτειακά- από τον καπιταλισμό και τις μορφές αυταρχικότητας που προσιδιάζουν σε αυτόν; ‘Η ο καπιταλισμός έχει κερδίσει το στοίχημα με την Ιστορία και μας υποχρεώνει να περιοριστούμε στο να επιδιώκουμε συνεχώς την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη μείωση των ανισοτήτων;
Ζούμε στην εποχή της κυριαρχίας του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος (η γενιά μου γεννήθηκε και μεγάλωσε εξ ολοκλήρου σε αυτή), που πλέον συναντά τα όριά του, γι’ αυτό και μετασχηματίζεται σε μια όλο και πιο αυταρχική εκδοχή του, επιφέροντας μύρια δεινά στην ανθρωπότητα.

Σήμερα το θέμα των ανισοτήτων είναι θεμελιώδες. Δεν μπορεί να αγνοήσουμε την όξυνσή τους, που ωθεί όλο και μεγαλύτερα τμήματα της κοινωνίας, αλλά και ολόκληρες χώρες ή περιφέρειες του πλανήτη στο περιθώριο. Είναι, εξάλλου, κάτι που οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται άμεσα στην καθημερινότητά τους και αντιδρούν στην αδικία, όχι πάντα από αριστερές θέσεις. Ωστόσο, δεν αρκεί να μένουμε σε αυτό το πρώτο, έστω κρίσιμο, επίπεδο. Πηγή των ανισοτήτων είναι, σε τελική ανάλυση, οι σχέσεις εκμετάλλευσης. Ο δρόμος για την ισότητα, αλλά και για την ελευθερία περνά μέσα από την εξάλειψή τους, μέσα από τον κοινωνικό μετασχηματισμό, που σήμερα δεν μπορεί παρά να είναι κοινωνικός και οικολογικός ταυτόχρονα.

Έτσι, λοιπόν, ο ορίζοντας του σοσιαλισμού της εποχής μας παραμένει πάντοτε μπροστά μας ως ένας στρατηγικά μαχητός στόχος. Που μπορεί να επιτευχθεί μέσα από έναν δρόμο τραχύ και δύσβατο, με γενναίες μεταρρυθμίσεις, με τομές και ρήξεις, με επιμέρους νίκες και επιμέρους ήττες. Και, βέβαια, μέσα από πλατιές συμμαχίες κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων.

–        Σε κάθε συνέδριο του κόμματος διαπιστώνεται ότι πρέπει να αλλάξει η λειτουργία των Οργανώσεων Μελών, ώστε να είναι πιο μαζικές και πιο αποτελεσματικές, να αποτελούν το κόμμα στον κοινωνικό τους χώρο, τα μέλη να νιώθουν ότι αυτά που κάνουν είναι χρήσιμα και ότι αυτά που λένε φτάνουν στην ηγεσία του κόμματος και επηρεάζουν την πολιτική του, και να χαίρονται που συνευρίσκονται. Μιλάμε για το περίφημο «κόμμα των μελών», που σχεδόν πάντα διαπιστώνεται ότι δεν επετεύχθη. Εσείς πώς σκοπεύετε να συμβάλετε ώστε η συμμετοχή των μελών στην κομματική ζωή να αποκτήσει νόημα και να γίνει δημιουργική και -γιατί όχι;- απολαυστική;
–         
Το κόμμα είναι εθελοντική ένωση προσώπων που δεν υποχρεώνονται, αλλά επιλέγουν να συμμετέχουν γιατί επιθυμούν να συμβάλουν στη συλλογική προσπάθεια για την επίτευξη ενός στόχου. Ωστόσο, ενώ η χαρά της συμμετοχής θα όφειλε να είναι δεδομένη, δυστυχώς διάφορες παθογένειες την εμποδίζουν. Παθογένειες που πρέπει να αντιμετωπιστούν και «από τα πάνω» και «από τα κάτω» ταυτόχρονα, δηλαδή και στο επίπεδο των ηγετικών οργάνων και στο επίπεδο των οργανώσεων.

Το 2022 κάναμε μια μεγάλη καταστατική αλλαγή, προσπαθώντας να απαντήσουμε στην κρίση του κομματικού φαινομένου που -ανεξάρτητα από τις ειδικότερες παθογένειες του ΣΥΡΙΖΑ- είναι μάλλον διεθνής, γι’ αυτό και αξιοποιήσαμε την εμπειρία και άλλων αριστερών και προοδευτικών κομμάτων. Το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να αξιοποιήσουμε αυτά τα εργαλεία για να διευκολύνουμε τη συμμετοχή και τον ζωντανό διάλογο. Πέραν, όμως, των καταστατικών ρυθμίσεων, είναι σημαντικό να σκεφτούμε δημιουργικά στην καθημερινότητα. Να πάμε εμείς να βρούμε τους ανθρώπους εκεί που ζουν, αντί να περιμένουμε πότε οι ζωές τους θα χωρέσουν στο προδιαμορφωμένο «κουστούμι» της παραδοσιακής κομματικής μας λειτουργίας. Να βρούμε τρόπους ώστε τα μέλη μας να αισθάνονται ότι «κάνουν πολιτική» παντού: στη δουλειά τους, στη σχολή τους, στη γειτονιά τους, στη διασκέδασή τους.

–        Πώς θα λειτουργήσει η νέα ηγεσία σε ένα κόμμα όπου το «τασικό κριτήριο» συχνά υπερτερεί της ουσιαστικής συλλογικής λειτουργίας; Με διαρκή διαπραγμάτευση με τις τάσεις και ουσιαστικά ερήμην των μελών, όπως συνέβαινε εν πολλοίς μέχρι σήμερα, ή με τη δημιουργία μιας πραγματικά λειτουργούσας συλλογικότητας; Πώς θα συμβάλετε στο να αντιμετωπιστούν η έμπρακτη απουσία δεσμευτικότητας αρκετών μελών του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. και η συχνή ολιγωρία ως προς την υλοποίηση των συλλογικών αποφάσεων;
–         
Στο καταστατικό μας χαρακτηρίζουμε τις τάσεις ως ρεύματα ιδεών. Στην πραγματικότητα, τις περισσότερες φορές οι νέες, ζωογόνες ιδέες απουσιάζουν και κυρίως βλέπουμε αυτοαναφορικές τοποθετήσεις (το λέω χωρίς να θέλω να μηδενίσω). Το ερώτημα επομένως είναι πώς οι τάσεις δεν θα κατασταλούν, αλλά θα λειτουργούν ως αυτό που προορίζονται να είναι.
Οι λέξεις-κλειδιά για μένα είναι τρεις: δομές, κανόνες, γνώση.

Πρώτον, όπως είπα, χρειαζόμαστε ένα κόμμα των δομών και όχι των προσώπων. Με σαφές οργανόγραμμα, που θα ξέρουμε ποιος κάνει τι και με ποια ιδιότητα. Ποιος έχει λόγο πού, ποιος ευθύνεται για τι, όχι με βάση τις φιλίες του και τις προσβάσεις του, αλλά με βάση τον ρόλο που του έχουμε συλλογικά αναθέσει και για τον οποίο θα κρίνεται.

Δεύτερον, χρειαζόμαστε ένα κόμμα με κανόνες, που θα ισχύουν για όλες και όλους, από την πρόεδρο ή τον πρόεδρο μέχρι το πιο νέο μέλος της μικρότερης οργάνωσης. Κανόνες που θα λειτουργούν και κατασταλτικά, όπου χρειάζεται, αλλά κυρίως που θα προάγουν με θετικό τρόπο τις αξίες μας και τη συλλογικότερη λειτουργία μας.

Τρίτον, χρειαζόμαστε ένα κόμμα με γνώση. Γίνεται πολύ συχνά μια διάκριση μεταξύ πολιτικών και τεχνοκρατών, στην οποία καθένας προσδίδει αρνητική χροιά είτε στη μία κατηγορία είτε στην άλλη. Θεωρώ ότι όσο λάθος είναι να υποκαταστήσουν οι «ειδικοί» τη δημοκρατική διαδικασία, άλλο τόσο λανθασμένη είναι και η γνώμη που εκφέρεται χωρίς μελέτη και τεκμηρίωση.

Πιστεύω, λοιπόν, ότι ο πλουραλισμός, που επιτρέπει την έκφραση διαφορετικών απόψεων και την ύπαρξη διακριτών ιδεολογικών και πολιτικών ρευμάτων και τάσεων, είναι θετικό στοιχείο της πολιτικής μας κληρονομιάς που δεν πρέπει να απεμπολήσουμε. Ο τρόπος για να μην λειτουργούν οι τάσεις ως μηχανισμοί νομής εσωκομματικής εξουσίας, με αδιαφάνεια και μεροληψία, είναι να δώσουμε προτεραιότητα στο τρίπτυχο που προανέφερα: δομές, κανόνες και γνώση.​

Exit mobile version