Επτά φορείς της Θεσσαλονίκης προχώρησαν σε παρέμβαση με επιστολή τους στο ΣτΕ για το θέμα της απόσπασης των αρχαιοτήτων στο σταθμό Βενιζέλου του Μετρό Θεσσαλονίκης. Συγκεκριμένα η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, ο Δήμος Θεσσαλονίκης, η Περιφερειακή Ένωση Δήμων Κεντρικής Μακεδονίας, το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης, το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης, το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας Τμήμα Κεντρικής Μακεδονίας και ο Εμπορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης με παρέμβασή τους υποστηρίζουν την απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού σχετικά με την έγκριση μελέτης κατασκευής του Σταθμού της Βενιζέλου με προσωρινή απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων.
Όπως επισημαίνουν: «Την ίδια θέση προβάλαμε κατά τη μαραθώνια συνεδρίαση του ΚΑΣ (Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου) της 18ης Δεκεμβρίου 2019, όπου με σχεδόν ομόφωνη απόφαση λήφθηκε η απόφαση για την προσωρινή απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων κατά 92%. Και αυτή μας τη θέση υποστηρίξαμε, μαζί με την ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ ΑΕ, ενώπιον της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά τη συζήτηση αιτήσεως πολιτών και συλλογικοτήτων για την ακύρωση της απόφασης της αρμόδιας Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, που πραγματοποιήθηκε την 6η Νοεμβρίου 2020.
Λόγοι δημοσίου συμφέροντος επιβάλλουν την ολοκλήρωση του Σταθμού Βενιζέλου με τη συνύπαρξη αρχαιοτήτων και μετρό, με τον βέλτιστο, οικονομικότερο, ασφαλέστερο και συντομότερο τρόπο για το έργο και τη ζωή της πόλης. Αυτός δεν είναι άλλος από την απόσπαση, εκσκαφή, επανατοποθέτηση και ανάδειξή τους στην ίδια ακριβώς θέση, όπου αρχικά είχαν κατασκευασθεί, μέθοδος δηλαδή που ορθώς εφαρμόστηκε λίγες εκατοντάδες μέτρα μακρύτερα, στο Σταθμό Αγίας Σοφίας, χωρίς να διαμαρτυρηθεί οποιοσδήποτε, και μάλιστα –κατά γενική ομολογία- για αρχαιότητες ίδιας ή και μεγαλύτερης αξίας, που ήδη έχουν αποσπασθεί.
Η αναμενόμενη βελτίωση των συγκοινωνιών της πόλης της Θεσσαλονίκης με τη λειτουργία του μετρό θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στις συνθήκες ζωής των πολιτών, καθώς η κυκλοφορία και η κινητικότητα εντός του αστικού ιστού συνιστούν μία από τις βασικότερες παραμέτρους της ποιότητας ζωής. Πέραν αυτών θα επιδράσει θετικά στην ανάπτυξη, καθώς θα επιφέρει τόνωση της αγοράς και στήριξη της τοπικής οικονομίας, που έχει πληγεί επί σειρά ετών, εξαιτίας της καθυστέρησης στην ολοκλήρωση του έργου.
Σήμερα, οι εμπορικοί δρόμοι γύρω από τον συγκεκριμένο σταθμό εμφανίζουν εικόνα ερήμωσης. Η επιχειρηματική δραστηριότητα έχει ελαχιστοποιηθεί και τείνει να εξαφανισθεί, ενώ ελεύθεροι επαγγελματίες την έχουν εγκαταλείψει και ολόκληρη η περιοχή υποβαθμίζεται με τρόπο δραματικό. Η πόλη δεν αντέχει άλλες αναβολές και ματαιώσεις ούτε έχει τα χρονικά και αντικειμενικά περιθώρια για πειραματισμούς. Τα χρόνια της εγκατάλειψης και της αδιαφορίας, που σωρεύουν και αθροίζουν κόστη σε βάρος πολιτών, πρέπει να τελειώσουν άμεσα και να δώσουν τη θέση τους σε μια νέα περίοδο ανάπτυξης, άνθισης του εμπορίου, ανάδειξης των αρχαιοτήτων και συνολικής αναβάθμισης της ποιότητας ζωής κατοίκων και επισκεπτών, μέσα σε ένα αναμορφωμένο αστικό περιβάλλον. Η περιοχή πρέπει να ανακτήσει τη μορφή που είχε για αιώνες, αυτή του εμπορικού κέντρου της πόλης.
Η κατασκευή του έργου με τη μέθοδο απόσπασης και επανατοποθέτησης θα αναδείξει τις αρχαιότητες του Σταθμού Βενιζέλου, παράλληλα με τη μόνιμη προστασία τους. Άλλωστε, τα μέλη του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου προκρίνουν αυτή τη μέθοδο και επικαλούνται σειρά λόγων σε πρόσφατη κοινή ανακοίνωσή τους. Την επιστημονική άποψη αυτών ασπαζόμαστε απολύτως, καθώς πέραν των άλλων κατέχει θεσμική υπόσταση και δεν είναι αυτόκλητη θεματοφύλακας του πολιτισμού.
Αναμένουμε με σεβασμό την ετυμηγορία του δικαστηρίου και ευελπιστούμε ότι η έκδοση της απόφασής του θα αποτελέσει αφενός τον τερματισμό μιας εξαετούς διαμάχης και οδυνηρών καθυστερήσεων και αφετέρου την αφετηρία μιας περιόδου σημαντικής οικονομικής ανάπτυξης για τη Θεσσαλονίκη και βελτίωσης συνθηκών ζωής των κατοίκων της» καταλήγει η επιστολή των φορέων.
Πηγή ΠΚΜ