Το 2023 ήταν μια χρονιά που η Μέκκα του ερυθρού οίνου στην Ευρώπη, το Μπορντό, αντίκρισε κατάματα την κλιματική κρίση.
Εκατοντάδες αμπελουργοί αιτήθηκαν αποζημίωση από τις γαλλικές αρχές, όχι μόνο για τις ζημίες που υπέστησαν από τα ακραία φαινόμενα, τα οποία έπληξαν τον φημισμένο αμπελώνα, αλλά και γιατί επιθυμούσαν αλλαγή καλλιέργειας. Τουτέστιν έφτασαν σε τέτοιο σημείο απόγνωσης που αποφάσισαν να αλλάξουν αντικείμενο σε κάτι που οι οικογένειές τους κάνουν εδώ και αιώνες.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς που έγιναν τότε, η περιοχή που φάνηκε να επηρεάζεται από την καλλιεργητική στροφή των αμπελουργών μετά την επέλαση ακραίων φαινομένων (χαλάζι, ξηρασία, παγετός) έφτασε τις 50.000 στρέμματα.
Αυτό φυσικά δεν ισχύει μόνο για την οινοποιητική περιοχή του Μπορντό, αλλά και για αμπελώνες σε όλον τον πλανήτη.
Το αισιόδοξο σενάριο της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 2 βαθμούς Κελσίου που είναι και ο στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού, οδηγεί στο να μετατρέπεται το 56% των αμπελοκαλλιεργειών σε μη κατάλληλες για τις τρέχουσες ποικιλίες, όπερ σημαίνει πως είτε πρέπει να αλλάξει το καλλιεργητικό αντικείμενο, είτε ότι οι αμπελουργοί πρέπει να στραφούν σε ανθεκτικότερες ποικιλίες.
Το πλήγμα της κλιματικής κρίσης στην Ευρώπη χτυπά κυρίως τις Ιταλία και Ισπανία, την ώρα που πιο εύκρατες ζώνες σε Γαλλία, Γερμανία, Δανία, Πολωνία και Βρετανία αποκτούν ιδιαίτερη δυναμική στην αμπελοκαλλιέργεια.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι κατά πόσο η κλιματική κρίση επηρεάζει τον ελληνικό αμπελώνα, αλλά και ποιες ποικιλίες αντιμετωπίζουν σημαντικούς κινδύνους.
Το εύπλαστο και ανθεκτικό αμπέλι
Όπως εξηγεί στη Voria.gr ο Στέφανος Κουνδουράς, αναπληρωτής καθηγητής στο Εργαστήριο Αμπελουργίας του Τμήματος Γεωπονίας του ΑΠΘ, η κλιματική αλλαγή έχει επιδράσεις στον ελληνικό αμπελώνα ανάλογα με το πώς τις βλέπουμε.
«Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής δεν έχουν να κάνουν με τη βιωσιμότητα της αμπελουργίας, αν εξαιρέσουμε τις πολύ ξηρές και θερμές περιοχές, αλλά με την καταλληλότητα των ποικιλιών και την τυπολογία των οίνων ειδικά στις ΠΟΠ περιοχές», λέει χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με τον κ. Κουνδουρά το αμπέλι, τουλάχιστον στη χώρα μας είναι φυτό με μεγάλες δυνατότητες προσαρμογής, είτε λόγω της φυσιολογίας του, είτε λόγω των πολλών ποικιλιών που δίνει τη δυνατότητα αντιμετώπισης των συγκεκριμένων θεμάτων με επιτυχία που απομακρύνει τους φόβους για απώλεια αμπελοοινικών εκτάσεων.
Αυτό κάνει τις εγχώριες ποικιλίες οινοστάφυλων ιδιαίτερα ανθεκτικές σε σχέση με τις ξενικές.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε ποικιλίες της Βόρειας Ελλάδας, όπως για παράδειγμα στο ξινόμαυρο, τα φαινόμενα της κλιματικής αλλαγή επηρεάζουν λιγότερο, αφού τα εδάφη είναι πιο γόνιμα.
Μάλιστα σύμφωνα με τον καθηγητή του ΑΠΘ σε περιοχές όπως η Ζίτσα Ιωαννίνων ή το Αμύνταιο Φλώρινας η ποιότητα του ξινόμαυρου μπορεί να είναι καλύτερη λόγω των βελτιωμένων καιρικών συνθηκών, κάτι που ισχύει και στη Μαντίνεια Αρκαδίας στις εκεί ποικιλίες.
Φυσικά υπάρχουν και οι ευαίσθητες ποικιλίες, όπως η Λημνιώνα ή το Μοσχάτο Αλεξανδρείας που επηρεάζονται έντονα από το θερμικό στρες.
Κάτι ανάλογο ισχύει και με την εξαγωγική ναυαρχίδα των ελληνικών οίνων το Ασύρτικο της Σαντορίνης.
Ο κ. Κουνδουράς εξηγεί στη Voria.gr πως μιλάμε για μια ποικιλία λιγότερο ανθεκτική στην ξηρασία, αλλά ταυτόχρονα εξαιρετικά ανθεκτική στις ριπές αέρα που εντείνουν το θερμικό στρες στα φυτά.
Ανάγκη για σχέδιο αντιμετώπισης
Οι διαθέσιμοι καλλιεργητικοί τρόποι μπορούν να βοηθήσουν το ελληνικό αμπέλι να αντέξει στα χτυπήματα της κλιματικής κρίσης.
Αυτό είναι και το πλεονέκτημα που παρουσιάζει το εν λόγω φυτό σε σχέση με άλλα, όπως η ελιά, αφού πριν την οινοποίηση που είναι το τελικό αποτέλεσμα, δίνεται η δυνατότητα αλλαγής ή ακόμα και μετάθεσης καλλιεργητικών προβλημάτων που δημιουργούνται λόγω της κλιματικής αλλαγής.
«Οι καλλιεργητικοί τρόποι που μπορούν να εφαρμοστούν των οποίων η παλέτα είναι εξαιρετικά μεγάλη, δίνει τη δυνατότητα στον αμπελουργό να αντιμετωπίσει επιτυχημένα φαινόμενα κλιματικής αλλαγής», τονίζει ο κ. Κουνδουράς.
Παρά τα αισιόδοξα μηνύματα, ο καθηγητής του ΑΠΘ κρούει ελαφρώς τον κώδωνα του κινδύνου, αφού όπως λέει η αντιμετώπιση των μέχρι τώρα ζητημάτων που έχουν προκύψει είναι ιδιαίτερα επιφανειακή (π.χ. αύξηση του ποτίσματος στη ξηρασία, ενώ τα ακραία κλιματικά φαινόμενα που συνεχώς αυξάνονται απαιτούν βαθύτερο προγραμματισμό μέσα από επιστημονική μελέτη.
Μερικές από τις τεχνικές που προτείνονται είναι η προσαρμογή στην πυκνότητα φύτευσης, η διαμόρφωση των φυτών και τα κλαδέματα. Υπάρχει και η άποψη της στροφής προς τη βιοδυναμική καλλιέργεια, ενώ ορισμένοι αισιοδοξούν πως η προσαρμοστικότητα των φυτών θα οδηγήσει στον θερμικό εγκλιματισμό τους.
Στροφή του οινόφιλου κοινού στις ελληνικές ποικιλίες
Την ώρα που η παγκόσμια αμπελουργία παρακολουθεί τις εξελίξεις γύρω από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, το εγχώριο οινόφιλο κοινό δείχνει με την πάροδο των ετών να στρέφεται προς τις ελληνικές ποικιλίες.
Όπως εξηγεί στη Voria.gr η Μαρία Νέτσικα, δημοσιογράφος, οινολόγος και εκ των δημιουργών ενός εκ των παλαιότερων Wine Club της χώρας του Wine Club THESSALONIKI’96, «ο κόσμος θέλει πλέον να γνωρίζει τις ελληνικές ποικιλίες, ακόμα και τις πιο σπάνιες όπως το Βιδιανό. Όταν είχαμε ξεκινήσει πριν από 28 χρόνια, το μεγαλύτερο ενδιαφέρον του κοινού προσέλκυαν οι ξενικές ποικιλίες όπως το Cabernet Sauvignon, το Syrah, το Merlot, το Sauvignon Blanc ή το Chardonnay».
Πλέον το κοινό ασχολείται πιο ενεργά με τις ελληνικές ποικιλίες όπως το ασύρτικο, το αγιωργίτικο, το ξινόμαυρο, τη μαλαγουζιά και άλλα είδη.
«Ως Wine Club προσπαθούμε να προσεγγίσουμε περισσότερο τoν ελληνικό αμπελώνα, αφού κάθε χρόνο έχουμε καινούργιες ετικέτες και προσπαθούμε να είμαστε κοντά στην επικαιρότητα», τονίζει η κ Νέτσικα.
ΠΗΓΗ: Voria.gr