Τρεις είναι οι λόγοι που είναι προβληματισμένοι οι λοιμωξιολόγοι με την πανδημία του κορονοϊού
Με την παράταση του lockdown λόγω της αύξησης των κρουσμάτων κορονοϊού να θεωρείται δεδομένη, οι λοιμωξιολόγοι εκφράζουν την ανησυχία τους για το τρίτο κύμα του κορονοϊού στη χώρα μας. Αυτό που φοβούνται οι ειδικοί για το επόμενο διάστημα είναι ότι τα κρούσματα κορονοϊού θα συνεχίζουν να αυξάνονται τις επόμενες εβδομάδες. Μάλιστα, έχουν εντοπίσει επιγραμματικά τους φόβους στις εξής τρεις αιτίες:
- Βασική είναι η μη τήρηση των μέτρων, καθώς πολλοί είναι οι Αθηναίοι που λόγω του καλού καιρού των προηγούμενων ημερών αλλά και των εορτών βγήκαν έξω
- Ο καιρός και η ραγδαία πτώση της θερμοκρασίας
- Αυξημένη κινητικότητα στους δρόμους
Αύξηση κρουσμάτων
Σε υψηλά επίπεδα και πάλι τα κρούσματα κορονοϊού στην Ελλάδα καθώς σήμερα Τρίτη 12 Ιανουαρίου καταγράφηκαν 866 νέες μολύνσεις ενώ σημειώθηκαν ακόμη 27 θάνατοι και 337 ασθενείς είναι διασωληνωμένοι.
Ιδιαίτερα ανησυχητικά είναι και τα δείγματα που έρχονται από την Αττική και κυρίως την Αθήνα, καθώς στο κέντρο της πρωτεύουσας το τελευταίο 24ωρο εντοπίστηκαν 109 κρούσματα, περισσότερα από όλη τη Θεσσαλονίκη (είχε 99).
Ο ΕΟΔΥ αναφέρει: «Σήμερα ανακοινώνουμε 866 νέα κρούσματα της λοίμωξης του νέου κορονοϊού (COVID-19), εκ των οποίων 12 εντοπίστηκαν κατόπιν ελέγχων στις πύλες εισόδου της χώρας. Ο συνολικός αριθμός των κρουσμάτων ανέρχεται στα 146020, εκ των οποίων 52.2% άνδρες. Κατά την ιχνηλάτιση βρέθηκε ότι 5651 (3.9%) θεωρούνται σχετιζόμενα με ταξίδι από το εξωτερικό και 44252 (30.3%) είναι σχετιζόμενα με ήδη γνωστό κρούσμα.
337 άτομα νοσηλεύονται διασωληνωμένοι. Η διάμεση ηλικία τους είναι 68 ετών. 234 (69.4%) εκ των διασωληνωμένων είναι άνδρες. To 85.8%, των διασωληνωμένων, έχει υποκείμενο νόσημα ή είναι ηλικιωμένοι 70 ετών και άνω.977 ασθενείς έχουν εξέλθει από τις ΜΕΘ από την αρχή της πανδημίας.
Τέλος, έχουμε 27 νέους θανάτους από τη νόσο COVID-19, φθάνοντας τους 5329 θανάτους συνολικά στη χώρα, εκ των οποίων 3149 (59.1%) άνδρες. Η διάμεση ηλικία των θανόντων συμπολιτών μας ήταν τα 79 έτη και το 95.5% είχε κάποιο υποκείμενο νόσημα ή/και ηλικία 70 ετών και άνω».