Ολοι οι οδηγοί αυτοκινήτου μπορούν στο εξής νόμιμα να οδηγούν σε όλη την επικράτεια μοτοσικλέτες μέχρι 125 κ. εκ. χωρίς την υποχρέωση να έχουν «βγάλει» δίπλωμα οδήγησης. Συγκεκριμένα ο κάτοχος διπλώματος οδήγησης αυτοκινήτου κατηγορίας Β μπορεί να οδηγήσει και μοτοσικλέτα μέχρι και 125 κ.εκ χωρίς εξετάσεις και εκπαίδευση.
Όλα αυτά αναφέρονται στην υπ’ αριθμόν Κοινή Υπουργική Απόφαση A3/Οικ. 56475/6635 που προσαρμόζει την ελληνική νομοθεσία ως προς τις διατάξεις της οδηγίας 2020/612/ΕΕ της Επιτροπής της 4ης Μαΐου 2020, η οποία τροποποιεί την οδηγία 2006/126/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την άδεια οδήγησης, καθώς και τροποποιεί τo Παράρτημα Ι του π.δ. 51/2012 (Α΄ 101).
Το θέμα αυτό έφερε την έντονη αντίδραση του Πανελλήνιου Συλλόγου Εκπαιδευτών Οδήγησης καθώς ισχυρίζεται ότι με τη συγκεκριμένη απόφαση η οποία καταργεί την εκπαίδευση ενός υποψηφίου οδηγού μοτοσικλέτας, θα απογειώσει τα τροχαία συμβάντα στην χώρα μας. «Δεν έχει θέση μια τέτοια νομοθεσία-ντροπή σε μια χώρα όπου μόνο το 2018 καταγράφηκαν 6.638 παθόντα πρόσωπα σε τροχαία συμβάντα με μοτοσικλέτα», αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο πρόεδρος του Πανελληνίου Συλλόγου Εκπαιδευτών Οδήγησης, Αρης Ζωγράφος και συνεχίζει.
«Η μοτοσικλέτα συμπεριφέρεται διαφορετικά από τα άλλα οχήματα επειδή έχει διαφορετική φιλοσοφία κατασκευής. Είναι όχημα μονής γραμμής, ο οδηγός βρίσκεται επάνω και όχι μέσα στο όχημα, και για αυτό τον λόγο ο χειρισμός της είναι πολύ πιο δύσκολος από τον χειρισμό ενός αυτοκινήτου. Η μοτοσικλέτα στρίβει, φρενάρει, επιταχύνει και συμπεριφέρεται διαφορετικά από ένα αυτοκίνητο, απαιτεί καλή ισορροπία και πλήρη συντονισμό άκρων από τον αναβάτη».
Ο κ. Ζωγράφος αναφέρε: «λαμβάνοντας λοιπόν υπόψη όλα τα παραπάνω, γίνεται σαφές το προφανές: όχι μόνο είναι αναγκαίο ένας οδηγός μοτοσικλέτας να εκπαιδεύεται, αλλά χρειάζεται η εκπαίδευση αυτή να είναι εξειδικευμένη στις αυξημένες απαιτήσεις του οχήματος και της οδικής πραγματικότητας».