Το σκάνδαλο με τον ανταποκριτή στη Μόσχα που μεταδίδει από το σπίτι του στην Κυψέλη είναι μόνον η κορυφή του παγόβουνου στη σημερινή ΕΡΤ.
Η αληθινή διάσταση του ζητήματος είναι ότι όλος ο τομέας της ενημέρωσης έχει υποβαθμιστεί συνειδητά, από τη διοίκηση Ζούλα-Γαμπρίτσου. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι οι λόγοι είναι πολιτικοί και ότι η απόφαση έχει ληφθεί στο Μαξίμου. Η πραγματικότητα είναι λίγο πιο πολύπλοκη και, όπως συνήθως συμβαίνει, η ιστορία γράφεται από τις μικρότητες των ανθρώπων.
Όταν ο Κωνσταντίνος Ζούλας ανέλαβε την προεδρία της ΕΡΤ, ονειρευόταν να την καταστήσει ανεξάρτητη. Πράγματι, κατάφερε να απαλλαγεί από τις διάφορες πιέσεις για την κατεύθυνση που θα πάρει η δημόσια ραδιοτηλεόραση, χωρίς βέβαια να αποφύγει τα διάφορα νεοδημοκρατικά ρουσφέτια.
Επίσης, κατάφερε να ξυπνήσει τον κοιμισμένο γίγαντα όσον αφορά την ψυχαγωγία. Με κινήσεις όπως η ενεργοποίηση του Ertflix και η χρηματοδότηση σίριαλ και ψυχαγωγικών εκπομπών, με λεφτά που εξοικονομήθηκαν από τις αθλητικές μεταδόσεις, μπόρεσε να της δώσει ένα νέο πρόσωπο. Αλλά την κατέστησε ανεξέλεγκτη.
Στην ενημέρωση, αντίθετα με την ψυχαγωγία, φρόντισε να στελεχώσει την εταιρεία με ανθρώπους κατώτερους των περιστάσεων, όχι γιατί δεν υπήρχαν διαθέσιμοι στην αγορά ή μέσα στην ίδια την ΕΡΤ, αλλά γιατί ήθελε να έχει τον πλήρη και προσωπικό έλεγχο, ως απόλυτος άρχων. Έτσι, οποιοσδήποτε είχε άποψη ή προσωπικότητα που δεν θα μπορούσε να ελεγχθεί από την περιορισμένη δημοσιογραφική του εμβέλεια, αυτομάτως δεν έκανε για τη θέση.
Όσοι τον γνωρίζουν από την κομματική του λειτουργία μέσα στη Νέα Δημοκρατία, μιλούν για έναν άνθρωπο πρωτίστως φοβικό. Κάθε εμπλοκή της ΕΡΤ στον ευαίσθητο τομέα της ενημέρωσης ήταν, συνεπώς, προς αποφυγή. Τη φοβάται όπως ο διάολος το λιβάνι, ελπίζοντας ότι η αντιπολίτευση δεν θα τον στριμώξει στη γωνία.
Η ανασφάλεια πάει παρέα με την αλαζονεία. Κι έτσι, σίγουρος ότι πράττει το σωστό, αποφάσισε να απομακρύνει οποιονδήποτε «κίνδυνο» και να αντικαταστήσει τους πάντες με νέα πρόσωπα, ρουσφέτια από την αγορά, που όμως (πλην εξαιρετικά ελαχίστων) δεν ήταν κατά κανέναν τρόπο καλύτεροι.
Δεν ήταν άλλωστε και ο πρώτος που ήθελε να σφραγιστεί η εποχή του με την ανάδειξη των «δικών του προσώπων».
Ωστόσο, η συμπλεγματική του αντιμετώπιση δεν επέτρεψε σε κανέναν αξιόλογο να αφιχθεί στην ενημέρωση της τηλεόρασης. Η ένδεια ήταν τέτοια, που ολόκληρη ΕΡΤ έφτασε να πανηγυρίζει, σε σχετικό δελτίο Τύπου, για το (κυριολεκτικό) ύψος της Χριστίνας Βίδου. Μετριότητες από την προηγούμενη δημοσιογραφική ζωή του Ζούλα επιστρατεύτηκαν για να «ανανεώσουν» την ΕΡΤ, γεμίζοντας τις λίστες των συνεργατών στις μικτές παραγωγές.
Το πρώτο μεγάλο πατατράκ έγινε πριν από περίπου έναν χρόνο, όταν η κατάληψη του Καπιτωλίου -το σημαντικότερο τηλεοπτικό γεγονός της δεκαετίας μέχρι τότε- έπεσε, ως θείο δώρο, πάνω στην ώρα της μετάδοσης του κεντρικού δελτίου, χωρίς ανταγωνισμό. Ανίκανοι να αξιολογήσουν τη δημοσιογραφική του σημασία, οι ιθύνοντες αποφάσισαν να κλείσουν το δελτίο αντί να το συνεχίσουν μέχρι τα ξημερώματα. Την ώρα που όλοι οι ιδιωτικοί σταθμοί είχαν βγάλει έκτακτα δελτία, η ΕΡΤ ασθμαίνουσα, όταν αντιλήφθηκε την αμίμητη γκάφα, προσπάθησε να ανακτήσει το κοινό με μια φτωχή κάλυψη.
Ούτε οι καταγγελίες ούτε η συνειδητοποίηση της αποτυχίας επέτρεψαν, όμως, στον Κωνσταντίνο Ζούλα να αλλάξει ρότα. Ως απόλυτος άρχων της ενημέρωσης και με διευθυντές χωρίς προσωπικότητα και έρμα για τέτοιου είδους θέσεις, συνέχισε να καταστρέφει καριέρες, αλλά κυρίως το ενημερωτικό κεφάλαιο της ΕΡΤ, που, αν μη τι άλλο, διαθέτει έναν αξιοζήλευτα πλούσιο μηχανισμό, τεχνικό και δημοσιογραφικό, εφόσον αξιοποιηθεί σωστά.
Χωρίς κανέναν έλεγχο από προϊσταμένους υπουργούς, ως στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού και με τον ίδιο τον Κυριάκο Μητσοτάκη να μην αντιλαμβάνεται και να μην ασχολείται με τη σημασία της ενημερωτικής ΕΡΤ, ο Ζούλας αφαίρεσε κάθε ικμάδα κύρους και σεβασμού που είχε απομείνει στη δημόσια τηλεόραση μετά το κλείσιμο του 2013 και την περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Άλλωστε, το ψευδές μήνυμα προς τον Μητσοτάκη είναι ότι «η ΕΡΤ πάει καλά».
Σε όλα αυτά ήρθε να προστεθεί και μια αμφιλεγόμενη lifestyle αισθητική, με πρόσωπα από τον ιδιωτικό τομέα, που όμως δεν μπόρεσαν ποτέ να κάνουν πάνω από 3%, καθώς το πρωτότυπο είναι πάντα πιο επιτυχημένο από την κόπια. Είναι ντροπή για την ΕΡΤ να αντιγράφει μια απολιτίκ, χαζοχαρούμενη θεώρηση των πραγμάτων, γιατί αρνείται να προσπαθήσει στα δύσκολα.
Η περίπτωση της Μάριον Μιχελιδάκη είναι ενδεικτική. Αφού είχε μεταφερθεί από την προηγούμενη σεζόν στο Σαββατοκύριακο, τελικά η εκπομπή της διακόπηκε και αντικαταστάθηκε από μια κάποια Καϋμένου (όχι, δεν είναι λογοπαίγνιο, αυτό είναι το όνομά της), η οποία βάλτωσε στη ρηχότητα και στην αδυναμία των νέων προσώπων να χειριστούν οποιοδήποτε θέμα. Το «ξανθό» αποτέλεσμα ήταν τηλεθεάσεις και αξιοπιστία στο ναδίρ.
Η έμπειρη δημοσιογράφος δέχτηκε πρόταση από το Open και αναγκάστηκε να κάνει το τολμηρό βήμα της παραίτησης από τη μονιμότητα, μετά από 25 χρόνια (αφού επί ένα εξάμηνο ο γενικός διευθυντής Ενημέρωσης Φώτης Καφαράκης την κορόιδευε συστηματικά), αποδεικνύοντας έτσι ότι οι άνθρωποι της ΕΡΤ και ικανότητες και απήχηση στην αγορά έχουν. Δεν ήταν, όμως, η μόνη που είχε τοποθετηθεί ενσυνείδητα στο ράφι.
Με μια ανεξήγητη εχθρότητα και απόρριψη (και με διάφορες δυσφημιστικές δικαιολογίες), όλα τα έμπειρα και γνωστά πρόσωπα της ΕΡΤ, όπως οι Μαριλένα Κατσίμη, Προκόπης Δούκας, Αντώνης Αλαφογιώργος, Αλέξανδρος Λαχανάς, βρέθηκαν στο περιθώριο παρά τη θέλησή τους (αφού εκδιώχθηκε με σκαιό τρόπο στη σύνταξη η παλαιότερη αρχισυντάκτρια Κική Αγγελοπούλου). Ελάχιστα αξιοποιούνται η Σταυρούλα Χριστοφιλέα και ο Φάνης Παπαθανασίου, κατόπιν μάλιστα επιστολής διαμαρτυρίας που έστειλε ο τελευταίος στο ΔΣ την περασμένη εβδομάδα.
Στον τομέα του ρεπορτάζ επικρατεί μια χαοτική κατάσταση, με τους περισσότερους προϊσταμένους που ήρθαν απ’ έξω να είναι άσχετοι με το αντικείμενο και με τον τρόπο λειτουργίας της ΕΡΤ. Άνθρωποι με ικανότητες συνεχώς παραιτούνται ή καταφεύγουν σε άλλα τμήματα, καθώς και η συμπεριφορά του Φώτη Καφαράκη είναι παραπειστική και απεχθής. Οι παλιοί και έμπειροι κουνάνε στωικά το κεφάλι τους, αν δεν παθαίνουν εγκεφαλικό. Ακόμα και ο τομέας των Διεθνών -παραδοσιακή δύναμη της ΕΡΤ- είναι αποδυναμωμένος, μετά τις παλινωδίες των τελευταίων δύο ετών.
Η διάλυση του ενημερωτικού τομέα φαίνεται πάνω απ’ όλα στο κεντρικό δελτίο. Η μια αρχισυντάκτρια έχει ως εφόδιο ότι ήταν «κλείστρα» (είχε δηλαδή την ατζέντα των προσκεκλημένων) στο δελτίο του Open, επί Νίκης Λυμπεράκη, και είχε απολυθεί από τον διευθυντή Ειδήσεων Χρήστο Παναγιωτόπουλο. Η άλλη δεν είχε εργαστεί ποτέ προηγουμένως στην τηλεόραση. Όσο για τα πρόσωπα του δελτίου, είναι, πλην εξαιρέσεων, στην ίδια κατηγορία με την Αντριάνα Παρασκευοπούλου, δηλαδή ανεπαρκή. Το δελτίο είναι συστηματικά τελευταίο, στον πάτο των μετρήσεων και χωρίς καμία επίδραση στο πολιτικό και τηλεοπτικό γίγνεσθαι.
Οι ερασιτεχνισμοί αυτοί πληρώνονται. Και για πρώτη φορά ένα σερί μεγάλων γεγονότων, όπως είναι οι υγειονομικές και γεωπολιτικές κρίσεις, δεν μπόρεσαν να κάνουν την ΕΡΤ να ορθοποδήσει στις τηλεθεάσεις, όπως συνέβαινε πάντοτε στο παρελθόν. Όταν φροντίζεις να μην υπάρχει ούτε μία εκπομπή ή πρόσωπο κύρους στην ενημέρωση μετά το μεσημέρι, τότε το αποτέλεσμα είναι να είσαι ανύπαρκτος.
Έτσι, μόλις ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία, το τηλεοπτικό κοινό γύρισε επιδεικτικά την πλάτη στην ΕΡΤ. Αντί να πρωταγωνιστήσει στις απευθείας μεταδόσεις και στην τηλεοπτική ροή, η δημόσια τηλεόραση κατέγραψε απελπιστικά χαμηλές επιδόσεις. Βλέποντας τα σκούρα, οι διοικούντες, πανικόβλητοι, αναγκάστηκαν την προηγούμενη εβδομάδα να ακυρώσουν τη συνεχή ροή και μετά από δύο ώρες ζήτησαν από τους δημοσιογράφους να ξανακαλέσουν τους προσκεκλημένους που είχαν ακυρώσει, ώστε η συνεχής ροή να μεταφερθεί στο νέο διαδικτυακό κανάλι Ert News. Αλαλούμ!
Αντί να δράσουν ή να παραιτηθούν, οι διοικούντες την ΕΡΤ συζήτησαν θεωρητικά στο χθεσινό ΔΣ για το ποιους δημοσιογράφους θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν από την αγορά εάν είχαν κι άλλα χρήματα. Χωρίς καμία συναίσθηση του ρόλου και των προσδοκιών που είχαν από αυτούς όσοι περίμεναν, επιτέλους, την ανάκαμψη της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης.
Ο Κωνσταντίνος Ζούλας, ως άλλος μικρός Πούτιν της ΕΡΤ, ανενόχλητος στην οίηση και στην αυτοαναφορικότητα, συνεχίζει να καταστρέφει τη δημόσια περιουσία. Και οι «διεθνείς οργανισμοί» που κατοικοεδρεύουν στο Μαξίμου σφυρίζουν ένοχα και αδιάφορα.