Σήμερα ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στη μακρά ιστορία της στρατιωτικής και στρατηγικής συνεργασίας των δύο χωρών μας, τόνισε ο Έλληνας πρωθυπουργός – Η διμερής σχέση μεταξύ Γαλλίας και Ελλάδας σημείωσε πρόοδο, τονίζει η Γαλλίδα υπουργός Άμυνας
Yπεγράφη σήμερα η σύμβαση για την προμήθεια των 18 γαλλικών μαχητικών αεροσκαφών Rafale από τον υπουργό Εθνικής ‘Αμυνας, Νίκο Παναγιωτόπουλο και τη Γαλλίδα ομόλογό του, Φλοράνς Παρλί, στο υπουργείο Εθνικής ‘Αμυνας, σήμερα.
«Aνοίγει ένα νέο κεφάλαιο στη μακρά ιστορία της στρατιωτικής και στρατηγικής συνεργασίας των δύο χωρών μας», είπε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός της χώρας, λίγο μετά τη συμφωνία.
«Η σύμβασης αυτή θα επιτρέψει την περαιτέρω ενίσχυση της επιχειρησιακής συνεργασίας μεταξύ των ενόπλων δυνάμεών μας», τόνισε από την πλευρά της η Φλοράνς Παρλί.
Αναλυτικά η δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη:
«Επιτρέψτε μου να πω κάποια λόγια στα γαλλικά.
Καλώς ήρθατε Κυρία Υπουργέ Άμυνας της Γαλλίας στην Ελλάδα, σε μια πραγματικά ιστορική στιγμή για την υπογραφή της συμφωνίας για την απόκτηση των 18 Rafale που θα αποτελέσουν τη νέα Μοίρα της Πολεμικής Αεροπορίας της Ελλάδας, εγκαινιάζοντας ένα πρόγραμμα ανανέωσης εξοπλισμού και στους τρεις κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων.
Είναι η τρίτη φορά που η Πολεμική Αεροπορία της χώρας μας εμπιστεύεται την γαλλική βιομηχανία καθώς προηγήθηκε και το Mirage F1 εδώ και περίπου μισό αιώνα και το Mirage 2000 εδώ και περίπου 30 χρόνια και η εκδοχή 2000-5, εδώ και 15 χρόνια.
Οι προκάτοχοι των Rafale έχουν ήδη αποδείξει την αξία τους στους ουρανούς του Αιγαίου. Και οι πιλότοι είναι εξοικειωμένοι με τα χαρακτηριστικά των πτήσεων, ένας παράγοντας ο οποίος αναμφίβολα έπαιξε ρόλο στην επιλογή μας. Αλλά προφανώς ρόλο έπαιξε και η σημασία της άμεσης διαθεσιμότητας των αεροσκαφών.
Επομένως, σήμερα ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στη μακρά ιστορία της στρατιωτικής και στρατηγικής συνεργασίας των δύο χωρών μας. Αλλά και νέες ευκαιρίες για την ελληνική αμυντική βιομηχανία.
Αυτή η αγορά αντανακλά το δόγμα της εθνικής μας στρατηγικής σύμφωνα με τo οποίo η άμυνα μας είναι ένας “δίδυμος” πυλώνας της εξωτερικής μας πολιτικής.
Άλλωστε η θωράκιση της Ελλάδας ποτέ δεν αποτέλεσε κίνδυνο για κάποια άλλη χώρα. Αντιθέτως ήταν πάντα ένας παράγοντας ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή.
Αυτή η εξέλιξη αποτελεί ένδειξη της ανάγκης άμεσης και πιο στενής στρατιωτικής συνεργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο στη Μεσόγειο. Στη “mare nostrum” , όπως την αποκαλεί εύστοχα ο Πρόεδρος Macron, εφόσον εκεί συναντώνται τα ζωτικά συμφέροντα όλων των χωρών της Ε.Ε.
Στο τρέχον πλαίσιο, ωστόσο, γίνεται και προωθητική παράμετρος των διερευνητικών επαφών που ξεκινούν με την Τουρκία. Γιατί η ειλικρίνεια και η ισορροπία είναι προϋποθέσεις που ευνοούν τον διάλογο για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, που είναι και το αντικείμενο των διερευνητικών.
Φέτος, η Ελλάδα γιορτάζει τα 200 χρόνια ανεξαρτησίας της. Η στήριξη της Γαλλίας ήταν μεγάλη και τότε, όπως και σήμερα. Όχι μόνο μέσω των μηνυμάτων της δικής της Επανάστασης, που αποτέλεσε έμπνευση για τη δική μας επανάσταση. Αλλά και εμπράκτως.
Η συνεργασία ανάμεσα στην Ελλάδα και την Γαλλία έρχεται από πολύ μακριά και πηγαίνει πολύ μακριά. Το διδάσκει η Ιστορία. Και αυτό αποδεικνύεται και από τις επιλογές των χωρών μας στο πέρασμα του χρόνου.
Με σταθερό στόχο την περιφρούρηση της ειρήνης, της σταθερότητας και της συνεργασίας, αυτόν τον δρόμο ακολουθούμε και τώρα.
Αγαπητή Florence καλώς ήρθατε στην Αθήνα για άλλη μια φορά».
Αναλυτικά η δήλωση της Γαλλίδας υπουργού Άμυνας Φλοράνς Παρλί:
«Κύριε Πρωθυπουργέ,
Σας ευχαριστώ κατ’ αρχάς για την υποδοχή σας. Περάσαμε, ο ομόλογός μου, ο Νίκος, και εγώ κάποιες ιστορικές ώρες.
Νομίζω ότι είμαι σε θέση να πω ότι, σήμερα, η διμερής σχέση μεταξύ Γαλλίας και Ελλάδας σημείωσε πρόοδο. Όπως, όμως, και η ίδια η Ευρώπη.
Γιατί αυτή η στρατηγική εταιρική σχέση για την οποία είχατε μιλήσει εδώ και σχεδόν έναν χρόνο- στις 29 Ιανουαρίου 2020- με τον πρόεδρο Μακρόν, εγγράφεται σε ένα πλαίσιο στο οποίο επιθυμούμε να προαγάγουμε όλο και περισσότερο την Ευρώπη μας και να συμβάλουμε από κοινού, μεταξύ μας ως Ευρωπαίοι, στην προστασία των συμπολιτών μας και της ασφάλειάς μας.
Θα ήθελα, λοιπόν, να ευχαριστήσω θερμότατα τις ελληνικές ομάδες εργασίας που κατέστησαν δυνατή πρώτα τη διαπραγμάτευση και έπειτα την υπογραφή, σε χρόνο ρεκόρ, μιας σημαντικής σύμβασης.
Μιας σύμβασης που θα επιτρέψει την περαιτέρω ενίσχυση της επιχειρησιακής συνεργασίας μεταξύ των ενόπλων δυνάμεών μας.
Το 2020 υπήρξε μια πλούσια χρονιά. Και έχουμε, κύριε Πρωθυπουργέ, ένα πρόγραμμα ιδιαίτερο πυκνό για τις επόμενες ημέρες και τις επόμενες εβδομάδες, καθώς οι δύο αεροπορίες μας θα διεξάγουν κοινές ασκήσεις σε μερικές μέρες. Υπάρχει, επίσης, και το σχέδιο για νέα κοινή άσκηση τον Απρίλιο. Αλλά και στη συνέχεια καθώς το αεροπλανοφόρο Charles de Gaulle θα περιπολεί στη Μεσόγειο, έχω την αίσθηση ότι η Ελλάδα θα μας συνοδεύσει με μια φρεγάτα κατά την επιχείρηση αυτή. Επομένως, το βλέπετε και εσείς, εργαζόμαστε και βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, και για τη διμερή μας σχέση και για την Ευρώπη.
Στη συνάντηση συζητήθηκε η περαιτέρω διεύρυνση των εξαιρετικών διμερών σχέσεων, η συνεργασία στον αμυντικό τομέα και η κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο.
Από ελληνικής πλευράς, στη συνάντηση συμμετείχαν ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος, η επικεφαλής του Διπλωματικού Γραφείου του Πρωθυπουργού, Πρέσβης Ελένη Σουρανή, ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας Θάνος Ντόκος και ο Διευθυντής του Γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού Δημήτρης Τσιόδρας».