Ο «εξαφανισμένος» Μάνος Δασκαλάκης μετά τις εξελίξεις στην υπόθεση με τον θάνατο των τριών παιδιών του και τη σύλληψη της εν διαστάσει συζύγου του για ανθρωποκτονία από πρόθεση της μικρής Τζωρτζίνας, δηλώνει σοκαρισμένος που δεν μπόρεσε να σώσει τα παιδιά του, σύμφωνα με τον δικηγόρο του, Δημήτρη Καράμπελα.
«Ο Μάνος Δασκαλάκης δεν είναι εξαφανισμένος, είναι σοκαρισμένος και περιμένει να λάβει γνώση κρίσιμων εγγράφων της δικογραφίας προκειμένου να τοποθετηθεί αμέσως μετά», λέει ο δικηγόρος του Μάνου Δασκαλάκη κι ότι άμεσα θα τοποθετηθεί.
Από την πλευρά του, ο Ταξίαρχος εν αποστρατεία της Ελληνικής αστυνομίας, Θανάσης Κατερινόπουλος δηλώνει «χαλαρή» τη στάση του πατέρα καθώς αντιδρά με μεγάλη ψυχραιμία στο γεγονός ότι η μητέρα των παιδιών του σκότωσε τουλάχιστον το ένα παιδί τους. Μάλιστα δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να έχει κάνει η 33χρονη «συμφωνία σιωπής» με άλλους συμμετέχοντες στην υπόθεση κι ότι θα πρέπει να ερευνηθεί η εμπλοκή κι άλλων προσώπων στη δολοφονία της Τζωρτζίνας και στους θανάτους των άλλων δύο παιδιών αλλά και να ερευνηθεί σε βάθος ο θάνατος της σπιτονοικοκυράς.
Η σύλληψη της μητέρας από την Πάτρα δεν θα είναι η τελευταία»
Κι άλλες συλλήψεις «βλέπει» ο πρώην Διευθυντής Ασφαλείας Πατρών και Στρατηγός της ΕΛ.ΑΣ εν αποστρατεία, Χρήστος Ρουγκάλας.
Ο κ. Ρουγκάλας μιλώντας στο δελτίο ειδήσεων του Αντέννα, του αναφέρθηκε εκτενώς στον θάνατο της σπιτονοικοκυράς της 33χρονης και του Μάνου Δασκαλάκη, λέγοντας ότι υπάρχουν πολλά θολά σημεία που θα πρέπει να διερευνηθούν, αφήνοντας εμμέσως πλην σαφώς αιχμές για εμπλοκή σε αυτόν τουλάχιστον της κατηγορούμενης ως παιδοκτόνου.
«Με ειδοποίησαν φίλοι ότι υπάρχει τάφος που ενοικιάστηκε για 3 έτη με πληρωτή τον Εμμανουήλ Δασκαλάκη. Πάνω στον τάφο, υπήρχαν σε μια ταινία, πάνω σε σταυρό, γραμμένα τα εξής: “Ευγενία Κούτρα – Θεοδωροπούλου, ετών 69, 13 – 9 – 2020”, που αντιστοιχούν στο όνομα της σπιτονοικοκυράς, την ηλικία και την ημερομηνία θανάτου της. Εγώ είχα μάθει από φίλους ότι η μακαρίτισσα ήταν άθεη και είχε γίνει καύση της σορού και όχι ταφή. Πάνω στον τάφο υπάρχει η φωτογραφία ενός ανδρός 45 ετών που δεν είχε σχέση με την νεκρή. Το περίεργο είναι ότι δεν βρίσκουμε πουθενά το πιστοποιητικό θανάτου για την άδεια ταφής που έχει εκδοθεί από δημόσιο νοσοκομείο της Πάτρας και πως σε αυτό αναφέρεται ως αιτία θανάτου ο γυναικολογικός καρκίνος ενώ η γυναίκα ήταν σε καροτσάκι και είχε προβλήματα κινητικότητας. Δεν υπάρχει νοσηλεία, ούτε θεραπευτική αγωγή σε κανένα από τα δύο νοσοκομεία της Πάτρας.
Εκτός από το σπίτι στο οποίο διέμενε η ίδια και το ζεύγος, είχε και άλλη ακίνητη περιουσία η γυναίκα αυτή και έπαιρνε και την σύνταξη του μακαρίτη του άνδρα της που ήταν δικηγόρος. Είχε ακίνητη περιουσία που είχε πουληθεί και είχε συγκεντρώσει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό», ανέφερε ο κ. Ρουγκάλας.
Στο πλευρό της 33χρονης, η αδερφή και η μητέρα της
Η μητέρα και η αδερφή της 33χρονης, έφτασαν χτες το απόγευμα στη ΓΑΔΑ, προκειμένου να επισκεφτούν την 33χρονη, που κατηγορείται για τη δολοφονία της πρωτότοκης κόρης της, Τζωρτζίνας.
Την επισκέφθηκαν προκειμένου να την δουν, να μιλήσουν μαζί της και να της δώσουν ρούχα για το διάστημα που θα παραμείνει στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αθηνών, μέχρι τη Δευτέρα που θα απολογηθεί.
Οι δύο γυναίκες έφτασαν με ένα μαύρο Citroen, το οποίο έκανε ολιγόλεπτη στάση ακριβώς έξω από το κτίριο της ΓΑΔΑ. Κρατούσαν ένα σακ βουαγιάζ με ρούχα και ένα κιβώτιο με νερά. Εντύπωση έκανε το γεγονός ότι φορούσαν κουκούλες και δεν ήθελαν να δείξουν τα χαρακτηριστικά τους ενώ, έπειτα από πιεστικές ερωτήσεις των δημοσιογράφων, οι οποίοι τις ακολουθούσαν σε κάθε τους βήμα, είπαν «αφήστε μας ήσυχες».
«Κάνε μας τη χάρη» είπε ακόμη η αδερφή σε δημοσιογράφο που προσπάθησε να την προσεγγίσει.
Περίπου δύο ώρες μετά, οι δύο γυναίκες αποχώρησαν από τη ΓΑΔΑ, κρατώντας πάλι τα ίδια πράγματα με τα οποία είχαν ήδη φτάσει. Ένα σακ βουαγιαζ και ένα κιβώτιο με νερά.
Βγαίνοντας από το κτίριο, δεν θέλησαν και πάλι να κάνουν κάποια δήλωση ούτε να δώσουν πληροφορίες για το τι είπαν με την 33χρονη. «Δείξτε λίγο σεβασμό» είπε μόνο η μητέρα προς τους δημοσιογράφους που βρίσκονταν στο σημείο, πριν επιβιβαστεί στο ίδιο όχημα, με το οποίο είχαν έρθει.