Εν αναμονή των σημερινών ανακοινώσεων του ΕΜΑ (Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων) για τις περιπτώσεις θρομβώσεων σε συσχετισμό με το εμβόλιο της Astrazeneca, οι επιστήμονες τονίζουν πως χρειάζεται διαρκής ενημέρωση γιατρών και πολιτών για το θέμα και τονίζουν την ανάγκη οι πολίτες να συνομιλούν με τον προσωπικό τους γιατρό πριν εμβολιαστούν.
«Λίγες ώρες υπομονή ακόμα», λέει με νόημα η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, Μαρία Θεοδωρίδου, η οποία τονίζει ότι η επιτροπή περιμένει τις ανακοινώσεις του ΕΜΑ για να δει αν θα αναπροσαρμόσουμε στην Ελλάδα το πλαίσιο/ ηλικιακές ομάδες του εμβολιασμού με Astrazeneca.
Η κα Θεοδωρίδου συμπληρώνει στον ίδιο τόνο: «όλοι σκέφτονται μήπως είναι η 1 περίπτωση στις 100.000 για να πάθουν θρόμβωση αλλά κανείς δε σκέφτεται πόσες μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες να γίνουν κρούσμα κορονοϊoύ». Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα την κα Θεοδωρίδου, η δουλειά του ΕΜΑ βασίστηκε σε παρατηρήσεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και ως τέτοιες θα ληφθούν υπόψιν από τη δική μας εθνική επιτροπή εμβολιασμών.
Στη χώρα μας, όπου καμία αλλαγή δεν έχει γίνει όλο αυτόν τον καιρό στη χορήγηση του εμβολίου της Astrazeneca, η συντριπτική πλειονότητα των επιστημόνων αλλά και η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών, επαναλαμβάνουν σταθερά στο κοινό το εξής τρίπτυχο: «πολύ μεγαλύτερα τα οφέλη του εμβολιασμού από την αναστολή του συγκεκριμένου εμβολίου»/ «δεν έχουμε σημαντικά δεδομένα θρομβώσεων στην Ελλάδα» και «ο ΕΜΑ οδηγός για τις αποφάσεις μας».
«Οι γιατροί χρειάζονται πια σαφείς οδηγίες»
Για την ανάγκη να δοθούν σαφείς και νέες οδηγίες στους γιατρούς μίλησε στο newsit.gr, η πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Πάτρας και αντιπρόεδρος του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, Άννα Μαστοράκου.
Όπως μάλιστα μας είπε η ίδια χαρακτηριστικά: «στην Πάτρα, τα ραντεβού για το εμβόλιο της Astrazeneca καταρρέουν εδώ και λίγες ημέρες. Σήμερα, σε συγκεκριμένο εμβολιαστικό κέντρο της πόλης από τα 120 ραντεβού για το συγκεκριμένο εμβόλιο, εμφανίστηκαν μόνο τα 10».
H ίδια θεωρεί πως έχει έρθει η ώρα να δοθούν ξεκάθαρες και σαφείς απαντήσεις για το εμβόλιο, στην Ελλάδα, κατ’ αρχάς στους γιατρούς, οι οποίοι γίνονται και με αυτή τη σειρά τους ολοένα και πιο επιφυλακτικοί απέναντι στο εμβόλιο. Όπως εξηγεί η ίδια: « υπάρχει κάποιο πρόβλημα με το συγκεκριμένο εμβόλιο, αυτό είναι δεδομένο. Οι περιπτώσεις είναι μεν σπάνιες, αλλά αυτό δεν αθωώνει την επιστήμη και τους αρμοδίους από το να διερευνούν τα περιστατικά σε βάθος και να αναπροσαρμόζονται γρήγορα. Οι γιατροί χρειάζονται σαφείς οδηγίες, που για την ώρα δεν υπάρχουν, για το ποιοι πρέπει να αποφεύγουν το συγκεκριμένο εμβόλιο ή να προετοιμάζονται με συγκεκριμένη προφυλαχτική αγωγή και ειδικά σκευάσματα πριν να το κάνουν. Ειδικά για τις φλεβοθρομβώσεις που έχουν αναφερθεί στην Ελλάδα, υπάρχουν ειδικά σκευάσματα. Μια κατηγορία νοσημάτων που ανησυχεί για παράδειγμα τους γιατρούς είναι εκτός από τους ανθρώπους που έχουν ιστορικό θρομβώσεων και οι καρδιοπάθειες, και συγκεκριμένα αυτοί που πάσχουν από αρρυθμίες. Μας προβληματίζουν ακόμα ομάδες όπως οι νεφροπαθείς, ή όσα αντιμετωπίζουν αιματολογικά προβλήματα».
Η αρνητικότητα των Ελλήνων και η αναγκαιότητα για τον οικογενειακό γιατρό
To ότι οι Έλληνες γίνονται ολοένα και πιο σκεπτικοί απέναντι σε αυτό το εμβόλιο, είναι αντίρρητη.
«Αυτό συμβαίνει γιατί έχουμε μάθει να είμαστε αμυντικοί απέναντι στο κράτος, γιατί το τελευταίο μας λέει συχνά ανακολουθίες» δίνει την εξήγησή του στο newsit.gr, o Δημήτρης Κούβελας, διευθυντής του Εργαστηρίου Κλινικής Φαρμακολογίας στο ΑΠΘ.
Όπως συνεχίζει να εξηγεί: «Αυτό που χρειαζόμαστε και στην Ελλάδα, αυτό που έχει για παράδειγμα η Γερμανία, είναι η ‘προσωποποιημένη ιατρική’. Η ηλικία και το ιστορικό υγείας κάθε πολίτη πρέπει οπωσδήποτε να λαμβάνονται υπ’ όψιν από έναν γιατρό, ο οποίος πρέπει με τη σειρά του να συμβουλεύει τον πολίτη για τον εμβολιασμό του. Και εδώ είναι που αναδεικνύεται το κενό που δημιουργεί η έλλειψη του θεσμού του οικογενειακού γιατρού στην Ελλάδα. Όλοι έχουν τον οδοντίατρο τους, τον γυναικολόγο τους και τον παιδίατρο, αλλά γιατρό για όλη την οικογένεια έχουν ελάχιστοι. Έτσι, κανείς δεν συμβουλεύει αυτούς τους ανθρώπους, οι οποίοι νιώθουν τελικά μετέωροι. Χρειάζεται οπωσδήποτε ένα ‘φίλτρο’ ανάμεσα στους ακαδημαϊκούς, τους επιστήμονες και τις επιτροπές και το κοινό. Στην πραγματικότητα, ο οικογενειακός γιατρός θα βοηθούσε και στη διαχείριση των πρωτόκολλων υγείας μέσα στο σπίτι, αλλά και στην παροχή οδηγιών σε κάθε οικογένεια απέναντι στη διαχείριση του κορονοϊού».
Σχολιάζοντας ο ίδιος την απόφαση της Γερμανίας, να αναστείλει τη χρήση του συγκεκριμένου εμβολίου σε συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες ο ίδιος θεωρεί πως είναι μια σωστή απόφαση η οποία λήφθηκε μετά από παρατήρηση και ποσοτικοποίηση των περιστατικών θρομβώσεων στους πολίτες της. «Εδώ τα γεγονότα δεν αποκαλύπτονται όλα» σημειώνει ο κος Κούβελας και προσθέτει: «Κάποια στιγμή ο ΕΟΦ είπε ότι έχει σημειωθεί ένα περιστατικό σοβαρής θρόμβωσης στην Ελλάδα και ο υπουργός Υγείας έλεγε πως δεν έχει σημειωθεί κανένα, για να παραδεχτούμε ότι τελικά έχουμε».
Και ποια είναι η άποψη του κου Κούβελα, στο δια ταύτα σε σχέση με το εμβόλιο της Astrazeneca; «Είναι όπως τα υπόλοιπα εμβόλια. Είναι εξίσου/ όσο ασφαλή είναι και τα άλλα. Και με της Pfizer τo εμβόλιo έχουν αναφερθεί θάνατοι και παρενέργειες. Για κάποιους είναι καλύτερο το Χ εμβόλιο, για άλλους, το Ψ. Και με τα φάρμακα συμβαίνει αυτό- αν έχεις πρόβλημα με το στομάχι σου, δεν παίρνεις ασπιρίνη».
«Είμαστε εξαρτώμενοι από τη διαθεσιμότητα των εμβολίων»
Μιλώντας με τη σειρά του στο newsit.gr ο Αθανάσιος Δημόπουλος, πρύτανης του ΕΚΠΑ, εξέφρασε την άποψη πως στην Ελλάδα, το εμβόλιο της Astrazeneca καλύπτει πολύ μεγάλο ποσοστό των εμβολιαστικών αναγκών και πως ο περιορισμός του είναι δύσκολος και για αυτόν τον λόγο. «Η αναστολή των εμβολιασμών έχει να κάνει σε μεγάλο ποσοστό με την διαθεσιμότητα όλων των εμβολίων σε μια χώρα», λέει ο ίδιος χαρακτηριστικά.
Σύμφωνα με τον ίδιο, το ποσοστό 1 προς 100.000 που είναι οι περιπτώσεις των θρομβώσεων έπειτα από το εν λόγω εμβόλιο, είναι μικρές, αλλά ο ίδιος διατυπώνει την άποψη, πως είναι σημαντικό η ενημέρωση με στοιχεία προς τους πολίτες να είναι διαρκής για να μειώνεται και η δυσπιστία του κόσμου.
Σημειώνεται πάντως ότι σύμφωνα με τον Διονύση Ευγενίδη, πρόεδρο των Φαρμακοποιών Θεσσαλονίκης, σε κέντρα υγείας της Θεσσαλονίκης, κάποιοι γιατροί που θεωρούν έπειτα από τη λήψη του ιστορικού υγείας, πως ένας πολίτης μπορεί να αντιμετωπίσει κάποιου είδους πρόβλημα/ παρενέργεια μετά από το εμβόλιο της Astrazeneca, παραπέμπουν τους πολίτες για εμβολιασμούς στα νοσοκομεία, εκεί που το περιβάλλον των ιατρικών υπηρεσιών και της ανταπόκρισης σε ένα περιστατικό είναι πολύ πιο αυξημένα σε σχέση με ένα κέντρο υγείας. Όπως εξηγεί ο κο Ευγενίδης, αυτοί οι πολίτες απευθύνονται στη συνέχεια στα νοσοκομεία, όμως τα τελευταία δεν μπορούν να αλλάξουν/ βάλουν από μόνα τους ένα τέτοιο ραντεβού, οπότε και οι πολίτες επιστρέφουν για βοήθεια στους φαρμακοποιούς. «Έχει δημιουργηθεί ένα κενό με αυτές τις περιπτώσεις», σημειώνει ο κος Ευγενίδης.
Ρεπορτάζ: Δήμητρα Τριανταφύλλου