Ο Υπουργός Εθνικής Αμύνης κ. Νικόλαος Παναγιωτόπουλος συμμετείχε μέσω τηλεδιασκέψεως, στην 66η ετήσια Σύνοδο της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του ΝΑΤΟ.
Κατά την ομιλία του, ο Υπουργός Εθνικής Αμύνης εξέφρασε τη χαρά και την τιμή για την ευκαιρία να συμμετάσχει στη συνεδρίαση της Επιτροπής και σημείωσε ότι αν δεν είχε προκύψει η υγειονομική κρίση εξαιτίας του στελέχους κορωνοϊού “Covid-19” θα ήθελε να καλωσορίσει στην Αθήνα τα μέλη της Επιτροπής Ασφαλείας και Αμύνης της Κοινοβουλευτικής Συνελεύσεως του ΝΑΤΟ, ειδικά σήμερα, ανήμερα της Ημέρας των Ενόπλων Δυνάμεων.
Ο κ. Παναγιωτόπουλος τόνισε ότι οι τρέχουσες γεωπολιτικές συνθήκες, οι προκλήσεις και οι απειλές για την ασφάλεια τόσο της Ελλάδος, όσο και της ευρύτερης περιοχής επιβάλλουν την ανάγκη για ισχυρές και άριστα εκπαιδευμένες Ένοπλες Δυνάμεις με αποτρεπτική ισχύ, Για το λόγο αυτό, η Ηγεσία του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης εργάζονται ώστε να διαφυλαχθούν η εθνική ακεραιότητα, τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας και οι υποχρεώσεις έναντι της Συμμαχίας.
Υπενθύμισε ότι η Ελλάδα συμμετέχει στο ΝΑΤΟ από το 1952 και στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το 1981 επιβεβαιώνοντας την ιδιαίτερη θέση της στις δημοκρατικές χώρες της Δύσης και πρόσθεσε πως η Ελλάδα σέβεται πλήρως τις αρχές του Βορειο-ατλαντικού Συμφώνου και ειδικά τη δέσμευση του Άρθρου 1, περί επιλύσεως οιασδήποτε διεθνούς διαφοράς με ειρηνικά μέσα και χωρίς χρήση βίας ή άλλο τρόπο ασυμβίβαστο προς τους σκοπούς των Ηνωμένων Εθνών. Ο κ. Παναγιωτόπουλος επεσήμανε όμως ότι από τον Αύγουστο, οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις βρίσκονται σε ετοιμότητα προκειμένου να αντιμετωπίσουν μια πρωτοφανή πρόκληση που απειλεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας στην Ανατολική Μεσόγειο, όχι από τρίτη χώρα αλλά από κράτος – μέλος του ΝΑΤΟ, την Τουρκία.
Ο Υπουργός Εθνικής Αμύνης τόνισε προς τα μέλη της Επιτροπής Ασφαλείας και Αμύνης της Κοινοβουλευτικής Συνελεύσεως του ΝΑΤΟ ότι η Ελληνική Κυβέρνηση έχει καταστήσει σαφές προς πάσα κατεύθυνση, από την αρχή της κρίσεως, πως θα ήταν εφικτός ένας ουσιαστικός και εποικοδομητικός διάλογος εφ’ όσον θα αποσυρθεί το ερευνητικό σκάφος μαζί με τις ναυτικές μονάδες που το συνοδεύουν. Υπενθύμισε ότι στις 12 Σεπτεμβρίου επετεύχθη η επανέναρξη των τεχνικών συζητήσεων υπό την εποπτεία της ηγεσίας του ΝΑΤΟ για τη δημιουργία μηχανισμού αποφυγής πιθανής εμπλοκής με τη σύμφωνη γνώμη της ελληνικής πλευράς. Ωστόσο, η γειτονική χώρα προέβη σε νέα πρόκληση, κατά παράβαση των συμφωνημένων περί του μηχανισμού εκτόνωσης κρίσεων, αποστέλλοντας το ερευνητικό σκάφος ακόμα εγγύτερα προς τα νησιά. Σύμφωνα με τον κ. Παναγιωτόπουλο, η συμπεριφορά αυτή επιβεβαιώνει τη διάσταση μεταξύ των δηλώσεων και των ενεργειών εκ μέρους της γείτονος, πλήττοντας την αξιοπιστία της στη Συμμαχία, ενώ μαρτυρά και τις πραγματικές της προθέσεις. Δεν μπορεί να ζητεί διάλογο για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας ενώ επιχειρεί να προκαλέσει τετελεσμένα στην ίδια περιοχή.
Όσον αφορά στην αντίδραση της Ελλάδος, ο Υπουργός Εθνικής Αμύνης σημείωσε πως από τον Αύγουστο η χώρα μας αντιμετωπίζει τις εξελίξεις με ψυχραιμία, υπευθυνότητα και αυτοσυγκράτηση διατηρώντας πλήρη επιχειρησιακή ετοιμότητα και αποφασιστικότητα. Εξήγησε μάλιστα ότι οι ενέργειες αυτές πλήττουν τη σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, την ενότητα και τη συνοχή της Συμμαχίας αφού αντιβαίνουν στο Άρθρο 1 του Βορειο-Aτλαντικού Συμφώνου, αφού δεν συνιστούν έναν ειρηνικό τρόπο επίλυσης διαφοράς μεταξύ δύο Συμμάχων και γειτόνων. Η διπλωματία των κανονιοφόρων δεν νοείται ως διάθεση ειρηνικής επιλύσεως, σχολίασε χαρακτηριστικά.
Ο Υπουργός Εθνικής Αμύνης επανέλαβε ότι η Ελλάδα επιθυμεί το διάλογο, ο οποίος θα διεξαχθεί με σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και όχι υπό την απειλή χρήσεως στρατιωτικής βίας, προκλήσεων και σχεδιασμένης παραπληροφορήσεως. Υπογράμμισε μάλιστα ότι ενώ ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ κ. Γενς Στόλτενμπεργκ ζήτησε να αποφευχθούν οι σεισμικές ερευνητικές δραστηριότητες, δεν εισακούσθηκε.
Σχετικώς με τα άλλα θέματα που απασχολούν την Επιτροπή, ο κ. Παναγιωτόπουλος αναφέρθηκε στη συνέπεια της Ελλάδος ως προς τις κατευθύνσεις της Defense Investment Pledge (DIP) σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να επενδύεται το 2% του ΑΕΠ για την Άμυνα. Ήδη η Κυβέρνηση έχει εκπονήσει και εφαρμόζει ολοκληρωμένο σχέδιο εκσυγχρονισμού και ενισχύσεως των μέσων και των υλικών που κρίνεται αναγκαία να προσκτηθούν για τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Η χώρα μας θα εξακολουθήσει να έχει παρουσία σε ειρηνευτικές αποστολές της Συμμαχίας, σε βαθμό που το επιτρέπουν οι συνθήκες ετοιμότητας, τις οποίες ανέλυσε ο Υπουργός στην έναρξη της ομιλίας του.
Αναφορικά με τις μεταναστευτικές ροές έγινε αναφορά στα περιστατικά που σημειώθηκαν τον Μάρτιο, όταν ομάδες χιλιάδων παράνομων μεταναστών προσπάθησαν να παραβιάσουν τα ελληνικά και ευρωπαϊκά σύνορα στον Έβρο. Ο κ. Νικόλαος Παναγιωτόπουλος επεσήμανε ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας αντιμετώπισαν και κατέστειλαν αυτήν την πρωτοφανή υβριδική επίθεση, από την οποία κινητοποιήθηκαν και έσπευσαν να συνεπικουρήσουν πολλοί εταίροι στην Ε.Ε. τόσο επιχειρησιακώς μαζί με τις ελληνικές Αρχές επί του πεδίου, όσο και σε πολιτικό και θεσμικό επίπεδο.
Όσον αφορά στη διαδικασία «ΝΑΤΟ 2030», ο κ. Παναγιωτόπουλος εκτίμησε ότι η Συμμαχία θα διατηρήσει τη βαρύτητά της στη διεθνή σκηνή ενισχύοντας την πολιτική της διάσταση συνεργαζόμενη κατ’ αρχήν με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Εξήγησε πως τα Κράτη – Μέλη του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. πρέπει να συμμετάσχουν πλήρως ισότιμα χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς ενώ ομοίως να γίνεται σεβαστή η αυτονομία λήψεως αποφάσεων των δύο οργανισμών. Προς αυτήν την κατεύθυνση, η Ελλάδα ενισχύει την αμυντική διπλωματία και την ανάπτυξη πρωτοβουλιών που ενισχύουν τη σταθερότητα στη Νότια Πτέρυγα του ΝΑΤΟ, όπως με τις συνεκπαιδεύσεις και τα κοινά γυμνάσια που διεξάγει σε τακτικό επίπεδο με χώρες όπως είναι η Αίγυπτος και το Ισραήλ.
Απαντώντας σε ερωτήσεις υπογράμμισε ότι η χώρα μας υποστηρίζει την Ευρωατλαντική προοπτική χωρών Δυτικών Βαλκανίων, εδραζόμενη σε αρχές και προϋποθέσεις Ε.Ε. και ΝΑΤΟ, και πλήρη σεβασμό καλής γειτονίας. Τόνισε, επίσης, ότι οι τουρκικοί ισχυρισμοί για αποστρατικοποίηση των νήσων του Αιγαίου είναι αβάσιμοι νομικά, η δε Ελλάδα, όπως όλα τα κυρίαρχα κράτη, έχει φυσικό και νομικό, βάσει του χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, δικαίωμα άμυνας έναντι της σοβαρής απειλής από τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις σε περιοχές απέναντι από τα Νησιά.