Το ξέρουμε όλοι ότι, εδώ και καιρό, τα πράγματα έχουν ξεφύγει: οι συνθήκες της ζωής μας χειροτερεύουν, οι ανισότητες βαθαίνουν και η οικονομική δυσκολία οδηγεί όλο και περισσότερους στο περιθώριο. Την ίδια στιγμή, οι διαψεύσεις μαζικών προσδοκιών έχουν δημιουργήσει απογοήτευση, ιδιώτευση, απροθυμία για συνεννόηση και σύγχυση. Μοιραία, η αυθαιρεσία, η βία και η εγκληματικότητα έχουν μπει για τα καλά πια στη ζωή μας.
Βεβαίως, από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, καλλιεργήθηκε ένας πληθωρισμός αβάσιμης αισιοδοξίας με επακόλουθες παράλογες αποφάσεις και επιζήμιες συμπεριφορές. Μια διαδεδομένη αυταπάτη εγγυημένης γενικευμένης ευμάρειας, ασφάλειας και «εθνικών επιτυχιών» και όλα αυτά χωρίς δική μας προσπάθεια! Είναι αυτός ο αποπροσανατολισμός ο οποίος οδήγησε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας το 2010. Μια δραματική εξέλιξη, με διαδοχικές συνέπειες -η μια οδυνηρότερη από την άλλη- την δημοσιονομική επιτήρηση, την επιβολή οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής υπέρ των συμφερόντων των πιστωτών μας, την απώλεια δημόσιων παραγωγικών στοιχείων, την υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας, τον περιορισμό της εθνικής μας κυριαρχίας, τελικά. Μια πορεία αποδόμησης από κρίση σε κρίση η οποία δεν λέει να τελειώσει, μιας και κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνη να καταλογίσει τα αίτια αυτής της Καταστροφής, να σκύψει στην αντιμετώπισή των συνεπειών της, πολύ περισσότερο να προσπαθήσει να ξεριζώσει τα αίτια που την προκάλεσαν.
Με το βάρος αυτό στην πλάτη, μας βρήκε η μάστιγα του COVID. Μια υγειονομική κρίση που ήρθε να παροξύνει ήδη προβληματικές όψεις του δημόσιου χώρου μας και να τις αναδείξει με δραματικό τρόπο. Δοκιμάστηκαν σκληρά τα όρια του Ε.Σ.Υ. Δημοκρατικά δικαιώματά μας περιορίστηκαν. Και προκλήθηκε ένας ακόμα κύκλος ανεργίας, μείωσης παραγωγικών και επιχειρηματικών δράσεων και, ως συνέπεια τους, επανεμφάνιση υψηλών δημοσιονομικών ελλειμμάτων και αύξησης του δημοσίου χρέους.
Και σαν να μην έφθανε η πανδημία, ακολούθησε ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας. Κανένας λογικός άνθρωπος δεν μπορεί να χαίρεται με τις απώλειες ανθρώπινων ζωών και τις καταστροφές από έναν πόλεμο, πολύ περισσότερο εφ’ όσον θα μπορούσε να μην έχει αρχίσει. Σε κάθε περίπτωση, σκοπός όλων θα έπρεπε να είναι ο τερματισμός του το ταχύτερο δυνατόν. Δυστυχώς, τα πράγματα δεν έχουν εξελιχθεί έτσι. Και είναι γεγονός ότι στον πόλεμο αυτό έχουμε εμπλακεί ενεργά ως χώρα μέλος του ΝΑΤΟ. Από την μεταφορά οπλικών συστημάτων από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου στην Ουκρανία, μέχρι την επιδείνωση των σχέσεων μας με την Ρωσική Ομοσπονδία. Την ίδια στιγμή που οι μεταβολές στον τομέα της ενέργειας λόγω του πολέμου, ήρθαν να ανατρέψουν και τον «πράσινο μετασχηματισμό» του στη χώρα μας, καθιστώντας την μετάβαση από τον λιγνίτη στο φυσικό αέριο «παραλογισμό πολυτελείας».
Αλλά δεν είναι μόνον ο COVID που ήρθε να υπογραμμίσει τον κίνδυνο της διάδοσης ιών κατασκευασμένων σε εργαστήρια. Δεν είναι ότι τα οπλικά συστήματα γίνονται όλο και φονικότερα, με την πιθανότητα χρήσης των πυρηνικών να αυξάνεται. Δεν είναι η επιβεβαιωμένη πια κλιματική αλλαγή, της οποίας οι αρνητικές επιπτώσεις γίνονται όλο και πιο αισθητές στις συνθήκες της ζωής μας. Στις απειλές αυτές έχει έρθει να προστεθεί η εξάπλωση των εφαρμογών της «Τεχνητής Νοημοσύνης». Βρισκόμαστε μπροστά στο ενδεχόμενο αποφάσεις για την ζωή και τις σχέσεις μας να λαμβάνονται ερήμην μας χωρίς κανένα ηθικό ή πολιτικό κριτήριο. Αυτό δεν απειλεί μόνο βασικές δημοκρατικές ελευθερίες και δικαιώματα μας. Δυναμιτίζει κυριολεκτικά την συνύπαρξης μας, τον κοινό πολιτισμικό μας τόπο.
Αναζητείται συνείδηση αυτής της νέας πραγματικότητας. Καθημερινά καταγράφεται υποστήριξη για μια ανέφικτη επιστροφή σε ένα παρελθόν, ακόμα και σε μερικές πολύ αρνητικές στιγμές του. Από μια άλλη πλευρά, εκθειάζεται η ανεπιφύλακτη αποδοχή κάθε μεταβολής ως αναπόφευκτης, ή και, εξ ορισμού, επιθυμητής. Αλλά αυτές οι αντικρουόμενες δοξασίες οπισθοδρομικών και εκσυγχρονιστών έχουν ήδη δοκιμαστεί, με τις συνέπειές τους να απεικονίζονται στην απορρύθμιση των διεθνών σχέσεων, την αυθαιρεσία και την εντεινόμενη βία, τις ανισότητες που βαθαίνουν ανάμεσα σε πολίτες αλλά και έθνη, τα μεταναστευτικά ρεύματα, την παγκόσμια κοινότητα με τις προβλέψεις, τους κανόνες και τα όργανα της σε παραλυσία ή και παροπλισμό και τις εκπτώσεις στην ίδια την Δημοκρατία στις αναπτυγμένες κοινωνίες.
Μοιάζει ότι η εποχή που ονομάστηκε «παγκοσμιοποίηση», όπως την μάθαμε τελειώνει. Ζούμε μια αναδιάταξη με αναδυόμενους και δύοντες πόλους και τους ενεργούς ανταγωνισμούς τους. Το ερώτημα είναι αν η διαμόρφωση της «επόμενης ημέρας» θα επηρεαστεί καθοριστικά από δυνάμεις διατεθειμένες να περιορίσουν την βαρβαρότητα και να προωθήσουν μια ειρηνική και δημοκρατική πραγματικότητα για την ανθρωπότητα σε έναν πλανήτη ο οποίος δεν θα καταστραφεί… ή το αντίθετο!
Η Ευρωπαϊκή Ένωση υφίσταται, αναπόφευκτα, τις συνέπειες αυτών των αναταράξεων. Μαστίζεται πια ανοιχτά από ρεύματα εθνικισμού, απομονωτισμού και αποδόμησης. Από οπισθοδρομικές λογικές, ως δήθεν εναλλακτικές στην διάψευση του μεγαλοϊδεατισμού της ομοσπονδίας, της διεύρυνσης και του κοινού νομίσματος, της αυταπάτης τελικά, ότι έτσι θα κυριαρχούσε στην Δύση. Της αφέλειας η οποία ανέχονταν το «δημοκρατικό έλλειμμα» της, τους παραλογισμούς στην οικονομική της διακυβέρνηση, την εκ των έσω υπονόμευση της εξέλιξής της σε πραγματική ένωση πατρίδων, πολιτισμών και κοινωνικών ρευμάτων. Είναι αυτή ακριβώς η απόκλιση από αρχές η οποία οδήγησε σε αδιέξοδα τις περισσότερες ευρωπαϊκές κοινωνίες, αλλά και στην απαξίωση παραδοσιακά πολιτικά ρεύματα.
Αλλά πέρα από τις εισαγόμενες ταλαιπωρίες μας, έχουμε βέβαια και τα δικά μας. Αντιμετωπίζουμε την ενεργή απειλή της μείωσης και γήρανσης του πληθυσμού και της συγκέντρωσής του στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη. Πολλοί συμπατριώτες αναζητούν πια την μοίρα τους σε άλλες χώρες. Νέοι άνθρωποι, στους οποίους έχουν επενδυθεί ελπίδες και πόροι από τις οικογένειες τους, αλλά και το δημόσιο, προσθέτουν πια αξία σε άλλες χώρες. Αυτή η συρρίκνωση δεν υποσκάπτει μόνο τις προοπτικές μας, ως χώρας. Απειλεί την ίδια την υπόστασή μας. Ενώ, την ίδια στιγμή, αντί να προχωράμε σε μια δημιουργική σύνθεση, σε μια «σκυταλοδρομία γενεών», ζούμε έναν ακόμα αντιπαραγωγικό διχασμό, γνωστό ως «χάσμα των γενεών».
Φυσικά, «καλά κρατούν» οι διοικητικές μας ανεπάρκειες, όχι μόνον απέναντι σε έκτακτες καταστάσεις (πυρκαγιές, πλημμύρες, σεισμούς), αλλά και στην διενέργεια τακτικών λειτουργιών του κράτους. Με μόνιμο περιβάλλον το έλλειμμα Παιδείας. Την δημοκρατική μας καχεξία. Με την μόνιμη τουρκική απειλή εις βάρος μας να γίνεται όλο και πιο απροκάλυπτη, όλο και πιο έκνομη. Η γειτονική μας χώρα επιχειρεί συστηματικά να αποσπάσει κυριαρχία, χώρο, πόρους και δικαιώματα μας δια της βίας.
Και ενώ η κατάσταση είναι έκτακτη και χειροτερεύει δραματικά, το κατεστημένο μας επιμένει σε «μια από τα ίδια». Αντί να προσαρμοστεί με την ροή των πραγμάτων, μένει γαντζωμένο σε ξεπερασμένα στερεότυπα. Αντί να επεξεργαστεί προσαρμογές, περιορίζεται σε εισαγωγές συνταγών. Αντί να ενοποιηθεί, προτάσσοντας το εθνικό και δημόσιο συμφέρον, κατακερματίζεται σε παρέες, για τα δικά της συμφέροντα η κάθε μια από αυτές. Αντί να αναζητήσει στην πολιτική τάξη έγκυρους συνομιλητές, προτιμάει χρήσιμους συμπαίκτες. Στους οποίους και επιφυλάσσει τον ρόλο του αποδιοπομπαίου τράγου, αν και όποτε επέλθει το μοιραίον.
Ασφαλώς, πολιτικοί και κόμματα (με εξαιρέσεις και διαφορές μεταξύ τους φυσικά) είναι χρεωμένα «μέχρι το λαιμό» για το ναυάγιο που προκάλεσαν και την αυταπόδεικτη αδυναμία τους να το ανελκύσουν. Με το αίτημα τους για ψήφο με μόνο, κοινό, πανομοιότυπο, θλιβερό, σε κάθε περίπτωση, επιχείρημα τους «οι άλλοι είναι χειρότεροι». Εικόνα αυτής της παρακμή οι προχθεσινές εικόνες από την ορκωμοσία της Βουλής οι οποίες αποτυπώνουν ότι η αντιπροσώπευση μας από «κάποιους από εμάς» ξέπεσε σε αυτήν από «όποιους να’ ναι από εμάς». Δεν πρέπει να επιτρέψουμε αυτή η απελπισία να ξεπέσει ακόμα περισσότερο από το «κακοί οι αντιπρόσωποι» στο «κακή η αντιπροσώπευση». Να αφήσουμε την κρίση των κομμάτων μας να κακοφορμίσει σε κρίση Δημοκρατίας.
Αυτή είναι η πραγματικότητά μας και αν συμβιβαστούμε μαζί της θα μας πάρει οριστικά από κάτω. Ασφαλώς θα ακούσουμε και τις κυβερνητικές προγραμματικές δηλώσεις και τον αντίλογο της αντιπολίτευσης στην Βουλή. Αλλά αν θέλουμε να προλάβουμε τα χειρότερα, είναι ανάγκη να ακολουθήσουμε δρόμο ανατροπής των δεδομένων με συγκεκριμένα μέτρα ενίσχυσης του εθνικού και δημοσίου συμφέροντος. Από εβδομάδα ακολουθούν σκέψεις μου και για τον δρόμο και για τα μέτρα!