Πέθανε πριν λίγες μέρες ο μεγάλος δάσκαλος και ερμηνευτής της Θρακιώτικης μουσικής, Χρόνης Αηδονίδης. Και αντί άλλου αφιερώματος, εμείς σκεφθήκαμε να μιλήσουμε περί αυτού με τον Ross Daly, έναν άνθρωπο γνωστό για την διαφορετική άποψη που έχει για την παραδοσιακή μουσική και βασικό συνεργάτη στον δίσκο “Τα Αηδόνια της Ανατολής” του σημαντικότερου δίσκου στην δισκογραφία του Χρόνη Αηδονίδη που κυκλοφόρησε το 1990 και περιείχε παραδοσιακά τραγούδια της Μακεδονίας, της Θράκης και της Μικράς Ασίας.
Συνέντευξη με τον Γιώργο Πισσαλίδη
Ross εσύ πότε πρωτογνώρισες τον Χρόνη Αηδονίδη;
Δεν είμαι σίγουρος για την χρονιά της πρώτης γνωριμίας. Πάντως είχαμε συνεργασθεί σε εκείνο τον δίσκο που λεγόταν “Τα Αηδόνια της Ανατολής”
Θέλεις να μου μιλήσεις για την εμπειρία σου από εκείνο τον δίσκο;
Είχε έρθει ο Χρόνης στο σπίτι μου τότε και μου ζήτησε να του κάνω την ενορχήστρωση σε κάποια από τα καθιστικά τραγούδια του δίσκου. Παίξαμε και ολοκληρώσαμε 6 από αυτά, από τα οποία τα τέσσερα μπήκαν τελικά στον δίσκο. Ήμασταν μαζί με τον αείμνηστο Βασίλη Σούκα και επίσης ήταν επίσης και ο Περικλής Παπαπετρόπουλος (σάζι). Ήταν μια πολύ σημαντική εμπειρία για μένα, δεν είχα προηγούμενη εμπειρία στο ρεπερτόριο αυτό και έτσι μου δόθηκε μια πολύ καλή ευκαιρία να μελετήσω αυτό το ρεπερτόριο και να κάνω ότι μπορούσα και ήταν μεγάλη τύχη για μένα που μου εμπιστεύθηκε που μου εμπιστεύθηκε αυτήν την συγκεκριμένη δουλειά.
Με τον Αηδονίδη βρεθήκατε και ξανά, η ήταν μια και έξω συνεργασία;
Είχαμε κάνει μία συναυλία στην Κομοτηνή και μία ακόμη στην Αλεξανδρούπολη και είχαμε και άλλες συναυλίες και μετά είχαμε και την μεγάλη συναυλία στον Λυκαβηττό. Προσπαθώ να θυμηθώ την χρονιά που έγινε
Πριν η μετά τα “Αηδόνια”;
Κάπου εκεί
Η συναυλία του Λυκαβηττού ήταν η παρουσίαση του δίσκου “ Τα Αηδόνια της Ανατολής” η ήταν δικιά σου και συμμετείχε ο Αηδονίδης;
Όχι ήταν η συναυλία για τα “Αηδόνια της Ανατολής” και συμμετείχε και ο Γιώργος Νταλάρας, η Κατερίνα Παπαδοπούλου και μια ολόκληρη ομάδα μουσικών που είχα φτιάξει και ήταν εν είδει η παρουσίαση αυτής της δουλειάς.
Ο Αηδονίδης σε είχε ακούσει; Η του είχα μιλήσει τρίτοι για σένα;
Είχε ακούσει την μουσική μου και ήξερε ότι εμένα η δουλειά μου είχε να κάνει με τα μακάμια και τους δρόμους που λέμε της ανατολίτικης μουσικής και που χρειαζόταν κάτι τέτοιο στον δίσκο ειδικά στα καθιστικά τραγούδια και για αυτό μάλλον διάλεξε να κάνει αυτήν την δουλειά.
Στο στούντιο πως ήταν; Πως ήταν σαν συνεργάτης;
Πολύ άνετος και τα κομμάτια έβγαιναν πολύ απλά και εύκολα, αβίαστα θα έλεγα γιατί αυτό το υλικό ο ίδιος το ήξερε πολύ καλά . Δεν χρειαζόταν να κάνει πολλά takes για κάθε κομμάτι Βέβαια οι μουσικοί που ήμασταν μαζί, όπως ο Βασίλης Σούκας και ο Παντελής Παπαπετρόπουλος, αυτοί οι άνθρωποι το ξέρουν αυτό το είδος πολύ καλά και το όλο πράγμα πήγε πολύ άνετα.
Μετά παίξατε σε άλλο δίσκο μαζί η αυτή ήταν η μόνυη συνεργασία σας ;
Δεν παίξαμε στην συνέχεια μαζί βασικά διότι ο χώρος μου που δουλεύω είναι λίγο διαφορετικός και βασικά γιατί τα τελευταία 21 χρόνια είμαι μόνιμος κάτοικος στην Κρήτη και έστι κατά κάποιο τρόπο δεν έβλεπα κάποιους ανθρώπους που γνώριιζα στην Αθήνα. Αλλά παρακολουθούσα την δουλειά που έκανε τα τελευταία 30 χρόνια. Παρακολουθούσα την δουλειά του κύριου Αηδονίδη
Ποια είναι η γνώμη σου για τον Χρόνη Αηδονίδη;
Ήταν ένας άνθρωπος πολύ ευγενικός και μειλίχιος και καλλιεργημένος άνθρωπος. Ήταν πολύ εύκολος στην συνεργασία
Εσύ όπως τον γνώρισες πιστεύεις ότι ήθελε να ξεφευγει από αυτό που ήξερε; Ή ήθελε να είναι ο κλασσικός ερμηνευτής του δημοτικού τραγουδιού;
Εμένα δεν μου έδωσε την εντύπωση ότι ήταν αυτό που λέμε “κολλημένος”. Ήξερε ένα πολύ συγκεκριμένο ρεπερτόριο, και ένα πολύ συγκεκριμένο είδος που υπηρετούσε. Όμως ο ίδιος ήταν αρκετά ανοικτός ώστε να μην αντιμετωπίζει αυτό του υλικό ως απλή αντιγραφή του παρελθόντος. Πρόσθετε προφανώς κάποια μικρά δικά του στοιχεία στο ρεπερτόριο αυτό και το αντιμετώπιζε μέ ένα δημιουργικό τρόπο και όχι αντιγραφή του παρελθόντος
Ποια νομίζεις ότι είναι η σημασία του ως καλλιτέχνης του δημοτικού τραγουδιού;
Νομίζω ότι έχει γίνει ένα ιστορικό πρόσωπο όσο αφορά την ελληνική δημοτική μουσική. Ο ήχος και η δουλειά του θα μείνουν για όσο υπάρχει Ελλάδα