Αν δεν ληφθούν μέτρα θα φτάσουμε στο καλό σενάριο στα 6.000 ημερήσια κρούσματα στα μέσα Μαΐου, εκτιμά ο Δημοσθένης Σαρηγιάννης
Από τις 17 με 20 Φεβρουαρίου θα αρχίσουμε να βλέπουμε στη χώρα μας αύξηση στα ημερήσια κρούσματα από τον κορονοϊό εξαιτίας της μετάλλαξης στελέχους από τη Μεγάλη Βρετανία, το οποίο έχει πολύ υψηλότερη μεταδοτικότητα σε σχέση με το αρχικό στέλεχος, το κινέζικο εκτιμά ο Δημοσθένης Σαρηγιάννης. Στις 17 Μαρτίου τα ημερήσια κρούσματα σε εβδομαδιαίο μέσο όρο θα βρίσκονται στις 2.000, με την πολιτεία να αναγκάζεται να πάρει πολύ σκληρά νέα μέτρα για την αντιμετώπιση της περαιτέρω διάδοσης του κορονοϊού περίπου μία εβδομάδα νωρίτερα.
Τα παραπάνω στοιχεία προκύπτουν από τα μαθηματικά μοντέλα που εφαρμόζει ο καθηγητής της Πολυτεχνικής Σχολής, επικεφαλής του Εργαστηρίου Περιβαλλοντικής Μηχανικής και επικεφαλής του Κέντρου Έρευνας για το Εκθεσίωμα και την Υγεία, Δημοσθένης Σαρηγιάννης.
Ο καθηγητής αναφέρει στο ethnos.gr ότι θεωρεί δεδομένο ότι η πολιτεία θα αναγκαστεί να πάρει πολύ αυστηρά μέτρα γύρω στο τέλος του πρώτου δεκαημέρου του Μαρτίου. Η συγκεκριμένη απόφαση θα αποτελεί μονόδρομο, αφού το σύστημα υγείας θα δεχτεί πολύ μεγάλη πίεση. Σε διαφορετική περίπτωση, αν, δηλαδή, δε ληφθούν πολύ αυστηρά μέτρα στο τέλος του πρώτου δεκαημέρου του Μαρτίου ,η κορύφωση αυτού του κύματος της πανδημίας εξαιτίας του βρετανικού στελέχους θα εντοπιστεί στη χώρα μας στις 15 με 17 Μαΐου. Τότε, στο καλό σενάριο, ο αριθμός των ημερήσιων κρουσμάτων κατά εβδομαδιαίο μέσο όρο θα βρίσκεται στις 6.000.
«Ωστόσο, αυτό το σενάριο δε θα επαληθευτεί, διότι το σύστημα υγείας θα πιεστεί υπερβολικά νωρίτερα κι έτσι η πολιτεία θα πάρει πολύ σκληρά νέα μέτρα. Από τις 17 ή 20 Φεβρουαρίου, με βάση τα μαθηματικά μοντέλα μας θα αρχίσουμε να βλέπουμε την αύξηση των κρουσμάτων εξαιτίας του στελέχους της Μεγάλης Βρετανίας. Στις 10 με 15 Μαρτίου θα δούμε μία πολύ σημαντική αύξηση των κρουσμάτων και στις 17 του μήνα θα φτάσουμε στα 2.000 κρούσματα την ημέρα σε εβδομαδιαίο μέσο όρο. Η επιδημιολογική πίεση είναι μεγάλη, τα πράγματα αλλάζουν και πολύ πιθανό να συνεχίσουν να αλλάζουν», σημειώνει στο ethnos.gr ο κ. Σαρηγιάννης.
Ποια τα απαραίτητα τα μέτρα θωράκισης
Κατά τον καθηγητή του ΑΠΘ, αυτό που απαιτείται, είναι η λήψη μέτρων θωράκισης και πρόληψης κυρίως στα μέσα μαζικής μεταφοράς και στα σχολεία, καθώς και η σωστή εφαρμογή του μέτρου της τηλεργασίας, όπως ορίζει η ισχύουσα νομοθεσία.
«Στα εμπορικά καταστήματα μπορεί να μπαίνει ένα άτομο κάθε φορά, ωστόσο, όλοι αυτοί οι πολίτες κάπως φτάνουν στην αγορά. Ένας από τους αδύναμους κρίκους είναι η έλλειψη συσκευών απολύμανσης αέρα στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Τις ίδιες συσκευές θα μπορούσαμε να βάλουμε και στις σχολικές τάξεις με 30 μαθητές. Γιατί να μην το συζητάμε αυτό και να συζητάμε μόνο, το αν θα ανοίξουμε ή θα κλείσουμε; Χρειάζονται μέτρα προληπτικά. Στα Δημοτικά σχολεία μεταδίδεται ο ιός λίγο ή ελάχιστα, όταν η διασπορά στην κοινότητα είναι μικρή. Όταν η διασπορά στην κοινότητα είναι μεγάλη και στα Δημοτικά η μετάδοση είναι μεγαλύτερη. Τα Δημοτικά παίζουν το ρόλο του πολλαπλασιαστή, χωρίς να φταίνε τα παιδιά αλλά η κινητικότητα. Καλά κάναμε και ανοίξαμε τα σχολεία, αλλά όταν ανεβούν τα κρούσματα, πάλι θα κλείσουν. Και στα μαγαζιά θα μπορούσαν να υπάρχουν συσκευές απολύμανσης αέρα, ενώ η τηλεργασία δεν εφαρμόζεται σωστά, αν και ο νόμος αναφέρει ρητά για συμμετοχή τουλάχιστον στο 50%. Καλά τα ατομικά μέτρα προστασίας, αλλά με τα προληπτικά μέτρα θα μπορούσαμε να αποφύγουμε το άνοιξε – κλείσε», επισημαίνει ο Δημοσθένης Σαρηγιάννης.