«Καλούμε την ελληνική κυβέρνηση και όλους εκείνους που εμπλέκονται σε push-back να σταματήσουν τις επαναπροωθήσεις» αναφέρει η ανακοίνωση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών
Την Ελλάδα εγκαλεί και πάλι το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, αυτή τη φορά για το ζήτημα του προσφυγικού/μεταναστευτικού, ζητώντας από την Αθήνα να σταματήσει να ωθεί προς την Τουρκία πρόσφυγες/μετανάστες.
«Οι αιτούντες άσυλο/μετανάστες, συμπεριλαμβανομένων γυναικόπαιδων, που χτυπήθηκαν από τις ελληνικές δυνάμεις ασφαλείας σε δύο ξεχωριστά περιστατικά που έλαβαν χώρα στις 23 και 24 Φεβρουαρίου 2021, μεταφέρθηκαν σε νησάκι στη μέση του ποταμού Έβρου με βάρκες, αφότου είχαν κλαπεί τα τηλέφωνά τους, τα χρήματα, τα τιμαλφή και τα παπούτσια τους και εγκαταλείφθηκαν. Στις 23 Φεβρουαρίου διασώθηκαν από το θάνατο 22 και στις 24 Φεβρουαρίου 29 πρόσφυγες/μετανάστες από τις συνοριακές μας μονάδες.
Κατόπιν συνεντεύξεων με τους επαναπροωθούντες διαπιστώθηκε ότι ορισμένοι από αυτούς ήταν αλλοδαποί που ήρθαν στην Ελλάδα μέσω της Σερβίας και της Βουλγαρίας και προωθήθηκαν πίσω στη χώρα μας.
Στις 18 Φεβρουαρίου 2021, μία ομάδα 13 προσφύγων από το Αφγανιστάν, συμπεριλαμβανομένων γυναικών και παιδιών, που απομακρύνθηκαν από καταυλισμό προσφύγων στο νησί της Λέσβου από τις ελληνικές δυνάμεις ασφαλείας έπειτα από τεστ COVID-19, ωθήθηκαν πίσω στη χώρα μας αφού κτυπήθηκαν και ληστεύτηκαν.
Οι επαναπροωθήσεις και οι παράνομες πρακτικές, τις οποίες εφαρμόζει η Ελλάδα συστηματικά, με τη συμβολή σε ορισμένες περιπτώσεις και της Υπηρεσίας Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής της ΕΕ/FRONTEX, συνεχίζονται εδώ και χρόνια. Περισσότεροι από 80 χιλιάδες αιτούντες άσυλο προωθήθηκαν πίσω στη χώρα μας τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
Καλούμε την ελληνική κυβέρνηση και όλους εκείνους που εμπλέκονται σε push-back να σταματήσουν τις επαναπροωθήσεις, αυτή τη μεταχείριση που στρέφεται κατά της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία απαγορεύει το διεθνές δίκαιο, το δίκαιο της ΕΕ και η συμφωνία της 18ης Μαρτίου. Καλούμε επίσης την Ευρωπαϊκή Ένωση να ζητήσει από τα κράτη-μέλη να εφαρμόζουν το δίκαιο της ΕΕ και το Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια».